Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Η εθνική πολιτική της Μόσχας στο Κυπριακό, από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης μέχρι σήμερα.




Η εθνική πολιτική της Μόσχας στο Κυπριακό, από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης μέχρι σήμερα, είναι η επιμήκυνση του στάτους κβο.
Η κυπριακή κυβέρνηση (για την ακρίβεια το πολιτικό σύστημα σχεδόν στην ολότητά του) θεωρεί τη Ρωσία τον πιο σημαντικό της σύμμαχο, όχι για τη λύση του Κυπριακού, αλλά για τη διατήρηση της σημερινής κατάστασης.
Το πρόβλημά τους είναι ότι το στάτους κβο εξάντλησε τα όριά του και το Κυπριακό αναπτύσσει άλλες δυναμικές, συμβατές με τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή, αλλά με βαρύ τίμημα που ίσως το πληρώσει η Κύπρος.


Η Μόσχα, από την εποχή του Τσάρου επιδιώκει να κατέβει στη Μεσόγειο. Η Κύπρος, ως κράτος μέλος της ΕΕ δεν μπορεί να γίνει ρωσική αποικία.
Όμως κράτος ρωσικής επιρροής έχει ήδη γίνει.
Τα αίτια της έκρηξης στο Μαρί δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα κακοδιαχείρισης, άλλα και απόρροια των πολιτικών δεσμεύσεων και εξαρτήσεων που έχει ο Πρόεδρος Χριστόφιας από τη Μόσχα από την εποχή που τον επέλεξαν και τον έκαναν ηγέτη του ΑΚΕΛ.
Το τελευταίο παράδειγμα με την αποδέσμευση του πλοίου που μετέφερε όπλα στη Συρία, δεν άφησε καμιά αμφιβολία για το ποιος κάνει κουμάντο στην εξωτερική πολιτική της Κύπρου.

Ο Χριστόφιας αυτοαπομονώθηκε και απομόνωσε και την Κύπρο. Προκαλώντας τη Δύση για να δελεάσει τη Μόσχα, απλώς προκαλεί και την δική μας τύχη .

Η Δύση, της οποίας επιλέξαμε να γίνουμε μέλη διά της ένταξης στην ΕΕ, προσπαθεί να σπάσει τον άξονα Συρίας - Ιράν, συνδέοντάς το αυτό με την ασφάλειά της.
Όταν η Κύπρος, εξυπηρετώντας τη Μόσχα, διευκολύνει τον εξοπλισμό του Άσαντ, ενώ το κυπριακό ΥΠΕΞ αρνείται να απαντήσει καν στα τηλεφωνήματα των Αμερικανών, παίζει ένα παιχνίδι πέραν των δυνάμεων και των δυνατοτήτων της.

Η φυσική παρουσία του ΟΗΕ στην Κύπρο, είτε ως καλές υπηρεσίες είτε ως ΟΥΝΦΙΚΥΠ
 (το ψήφισμα για ανανέωση της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ)  στην Κύπρο  , εξαρτάται από την ομοφωνία στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Αν θα συνεχίσουν ή αν θα διακοπούν οι συνομιλίες, αν θα μείνει ή αν θα φύγει η ΟΥΝΦΙΚΥΠ, εξαρτάται από τη Δύση.
Βάζοντας όλα τα αβγά του στο καλάθι της Μόσχας, ο Χριστόφιας επέλεξε να τρέξει με λάθος τακτική και μετά βεβαιότητας να χάσει αυτή την κούρσα. Για την ακρίβεια, τηνείχε ήδη χάσει.

Η Λευκωσία, σχολίαζε κάθε ρωσική δήλωση με πανηγυρικό τόνο, σημειώνοντας ότι "οι σαφείς θέσεις της Ρωσικής Ομοσπονδίας αποτελούν επιβεβαίωση της διαχρονικής θέσης αρχών της Μόσχας στο Κυπριακό". Βέβαια, οι "θέσεις αρχών" της Μόσχας εξαντλούνται μόνο στη διαχείριση του χρόνου και ουδέποτε άγγιξαν ζωτικές πτυχές του Κυπριακού, όπως τα τουρκικά στρατεύματα, ή ο εποικισμός.

H στάση της τότε Σοβιετικής Ένωσης έναντι της τουρκικής εισβολής και η ένταση της κριτικής για τις ευθύνες της κυπριακής τραγωδίας εξαντλήθηκε στις ΗΠΑ. Το ΑΚΕΛ μπόρεσε και πέρασε δυνατά το μήνυμα των ευθυνών του ιμπεριαλισμού, ενώ έμεινε στο απυρόβλητο η ενθάρρυνση της εισβολής από τη Σ. Ένωση.

Η ρητορική της Μόσχας για την τραγωδία της Κύπρου εξαντλείτο στο ΝΑΤΟ και στην ιμπεριαλιστική συνωμοσία, όχι όμως στην Τουρκία. Δεν υπάρχει ούτε μία καταδικαστική δήλωση εκ μέρους της τότε Σοβιετικής Ένωσης που να στρέφεται ονομαστικά κατά της Τουρκίας ή να ζητεί την απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων (με το όνομά τους) από την Κύπρο.

Tην πολιτική της μη λύσης την οποία ακολουθούσε η Μόσχα και την επέβαλε στο ΑΚΕΛ. Το κανάλι επαφής ήταν: γραφείο Διεθνών Σχέσεων - πρέσβης στη Λευκωσία - γενικός γραμματέας ΑΚΕΛ.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το παρασκήνιο της απόρριψης του αγγλο-αμερικανο-καναδικού σχεδίου, το φθινόπωρο του 1978, το οποίο προέβλεπε λύση ομοσπονδίας και επιστροφή της Αμμοχώστου προτού καν αρχίσουν οι συνομιλίες.

Όπως μαρτυρεί ο Αντρέας Φάντης, η Κεντρική Γραμματεία του κόμματος, υπό τον Παπαϊωάννου, έκρινε το σχέδιο πολύ θετικό, «που θα οδηγούσε, επιτέλους, το Κυπριακό στη λύση του». Με την ανησυχία ότι ο Κυπριανού μπορούσε να βιαστεί και να το απορρίψει, το ΑΚΕΛ άρχισε επαφές με στελέχη του ΔΗΚΟ, στα οποία είχε επιρροή, για να πείσουν τον Κυπριανού, ο οποίος ήταν άρρωστος στο κρεβάτι (ήταν οι εποχές του μεγάλου εγκεφάλου). Επίσης, ζήτησε επαφή με τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο, για να τον πείσουν.

Λίγες μέρες μετά, ο πρέσβης της ΕΣΣΔ Σεργκέι Αστάβιν κάλεσε σε γεύμα στο σπίτι του τα μέλη της Γραμματείας και μερικά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΑΚΕΛ.
Στη διάρκεια του γεύματος και στην πολιτική συζήτηση που έγινε μετά από αυτό, ο Αστάβιν έδωσε απορριπτική κατεύθυνση. Αυτό ήταν αρκετό. Την επομένη, η Κεντρική Γραμματεία αναθεώρησε την αρχική απόφασή της. Ακολούθως, το Πολιτικό Γραφείο και η Κεντρική Επιτροπή αποδέχθηκαν την εισήγηση για απόρριψη του πλαισίου λύσης του Κυπριακού των τριών δυτικών χωρών. Προηγήθηκε και σχόλιο του ΤΑΣΣ ότι το αγγλο-αμερικανο-καναδικό σχέδιο ήταν επέμβαση του ΝΑΤΟ στις υποθέσεις του κυπριακού λαού.

Στον πολιτικό λόγο του ΑΚΕΛ δεσπόζουσα θέση έχει η κριτική για τις ευθύνες της Δεξιάς για την εθνική τραγωδία του 1974, που είναι πράγματι πολλές και ασήκωτες. Πολιτικές όμως ευθύνες έχει και το ΑΚΕΛ για τη δική του συμπόρευση του με τον Μακάριο στο ζήτημα της Ένωσης.

Το ΑΚΕΛ, μέχρι το 1974, ήταν ένα κόμμα ενωτικό. Και δεν έγινε ενωτικό μετά την κατάρρευση της Ζυρίχης, μαζί με όλα τα υπόλοιπα κόμματα της Κύπρου, αλλά πολύ πιο πριν.
Αμέσως μετά τις συμφωνίες της Ζυρίχης το ΑΚΕΛ έθεσε ως στόχο του την ολοκλήρωση της ανεξαρτησίας. Σταδιακά ο στόχος του μεταβλήθηκε σε «ολοκλήρωση της ανεξαρτησίας, αυτοδιάθεση», ενώ από το 1964 και μετά, για να μην μειονεκτεί στην ενωτική ρητορική του Μακαρίου και του Γρίβα, τάχθηκε απερίφραστα υπέρ της ένωσης.

Στην Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ στις 21.12.1961 (δύο χρόνια πριν την κατάρρευση των συμφωνιών) ο ίδιος υποστήριξε πως μετά τη Ζυρίχη η ένωση θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί, αλλά δέχτηκε τις «ομοβροντίες της κομματικής πυραμίδας».

Το ΑΚΕΛ είχε υποστεί «ενωσιοπληξία», που την αποδίδει στις «εθνικιστικές επιδράσεις και στα εθνικιστικά κατάλοιπα που χαρακτήριζαν την ηγεσία του κόμματος», καθώς και στο λαϊκισμό και στην έλλειψη διάθεσης της ηγεσίας να «αντιπαλέψει στην εθνικιστική πορεία του Μακαρίου και της Δεξιάς».

Ήταν, όμως, μόνο αυτό; Ήταν μόνο η πίεση του Μακαρίου, του Γρίβα και ο λαϊκισμός; Ή ήταν η «ενωσιοπληξία» πολιτική της Μόσχας;
Από πηγές ξέρουμε πως η Μόσχα επένδυσε στον Μακάριο, ιδίως μετά την προσχώρησή του στο Κίνημα των Αδεσμεύτων και τις προσπάθειές του για κατάργηση των Συνθηκών Εγγυήσεων και Συμμαχίας, για να καταστεί η Κύπρος πραγματικά αδέσμευτη και η ένωση εφικτή.

Βέβαια, με την ένωση η Κύπρος θα εντασσόταν ταυτόχρονα στο ΝΑΤΟ. Οπόταν γιατί η Μόσχα να στηρίζει τον Μακάριο; Ήθελε το ΑΚΕΛ την ένωση με μια ΝΑΤΟϊκή χώρα;

Ήθελε η Σοβιετική Ένωση μια τέτοια εξέλιξη;

Δεν ήταν αυτή η πολιτική παράνοια, «ΝΑΤΟ ΟΧΙ, ένωση ΝΑΙ» από την «πορεία ειρήνης» προς τις Βρετανικές βάσεις, το 1964, με διοργανωτή το ΑΚΕΛ και ομιλητές τον Παπαϊωάννου, τον Σαμψών και την Ουρανία Κοκκίνου;

Ασφαλώς και δεν ήταν η ένωση προτεραιότητα της Σοβιετικής Ένωσης, ούτε και του ΑΚΕΛ. Ο αγώνας δεν ήταν για την ένωση. Ο αγώνας ήταν για την ανάδειξη των ευθυνών του ιμπεριαλισμού για τη μη πραγμάτωσή της.

Οι εξαρτήσεις του ΑΚΕΛ από τη τότε Σοβιετική Ένωση ήταν άμμεσες και απροκάλυπτες. Όμως για την περίοδο πριν από το 1974 και για μία σειρά από γεγονότα και διεθνή ζητήματα, με κορυφαίο αυτό της επέμβασης του Ρωσικού στρατού στην Τσεχοσλοβακία αποκαλύφθηκε η αμμεσότητα της προσήλωσης και της υποταγής του στη Σοβιετική Ένωση.

«Η προσήλωση και η υποταγή στη Σοβιετική Ένωση σήμαινε τυφλή υποταγή και παθητική αποδοχή των οποιωνδήποτε θεσφάτων της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας» και αυτονόητα ότι «οποιαδήποτε κριτική προσέγγιση αυτών των θεσφάτων, ή οποιαδήποτε διαφορετική αντίληψη ήταν ανεπίτρεπτη και καταδικαστέα».

Η σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968 ήταν, σταθμός στην ιστορική διαδρομή του ΑΚΕΛ. Αναδημοσιεύουμε τη μαρτυρία του τότε αρχισυντάκτη της «Χαραυγής» Σταύρου Αγγελίδη, όταν ο Εζεκίας Παπαϊωάννου τον σήκωσε μετά τα μεσάνυχτα από το κρεβάτι για να αλλάξει τους τίτλους της «Χαραυγής» και να προβάλει τη σοβιετική εκδοχή ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για πρόσκληση.

Το ΑΚΕΛ, «υπέκυψε στο μήνυμα των εισβολέων, το οποίο ο Σοβιετικός πρέσβης ανέγνωσε τα μεσάνυχτα της εισβολής στον γ.γ. του ΑΚΕΛ, ο οποίος επέδειξε υποδειγματική δουλοπρέπεια».

Πολλοί από το ΑΚΕΛ διαφοροποιήθηκαν τότε στα σώματα του κόμματος και αυτή η διαφοροποίηση έμελλε να γίνει η αφορμή για την οριοθέτηση των δύο σχολών στο ΑΚΕΛ: «της τάσης του δημιουργικού μαρξισμού, του σοσιαλισμού με το ανθρώπινο και δημοκρατικό πρόσωπο, και της τάσης του σταλινισμού και αποδοχής της δογματικής αποδοχής των θεσφάτων των θέσεων της σοβιετικής ηγεσίας».
Αυτές οι δύο τάσεις συγκρούστηκαν κατά μέτωπο το 1988, μετά το θάνατο του Εζεκία Παπαϊωάννου, για να επικρατήσει κατά κράτος «η φράξια», που επέλεξε και προώθησε τον Χριστόφια για γενικό γραμματέα, με την έγκριση της Μόσχας, τουλάχιστον δύο χρόνια πριν την εκδήλωση πρόθεσης απόσυρσης από τον Παπαϊωάννου.

Αυτό όμως που είναι άξιο κριτικής και αποδοκιμασίας είναι η στάση της Σοβιετικής Ένωσης έναντι της τουρκικής εισβολής. Λόγω του πραξικοπήματος της χούντας και της εισβολής της Τουρκίας, η ένταση της κριτικής για τις ευθύνες της κυπριακής τραγωδίας εξαντλήθηκε στις ΗΠΑ. Το ΑΚΕΛ μπόρεσε και πέρασε δυνατά το μήνυμα των ευθυνών του ιμπεριαλισμού, ενώ έμεινε στο απυρόβλητο η ενθάρρυνση της εισβολής από τη Σ. Ένωση.

Δεν είναι ούτε τυχαίο, ούτε συμπτωματικό το ότι η συνεργασία ΑΚΕΛ - ΔΗΣΥ για τη λύση του Κυπριακού, το 1985, υπήρξε η αιτία για την αντιπαράθεση των δύο τάσεων μέσα στο ΑΚΕΛ.
Από τη στιγμή που το κόμμα έπαιρνε καθοδήγηση από τη Μόσχα, η Σοβιετική Ένωση υπονόμευσε αυτή την προοπτική, διότι εφάρμοζε στην Κύπρο στρατηγική μη λύσης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το ΑΚΕΛ, ενώ αρχικά ήταν έτοιμο, να συνεργαστεί με τον ΔΗΣΥ για τη λύση του Κυπριακού, στη συνέχεια δαιμονοποίησε αυτή τη συνεργασία.

Συνεργασία ΑΚΕΛ - ΔΗΣΥ σήμαινε λύση και η λύση θα έπρεπε απαραίτητα να διατηρεί τις ελληνοτουρκικές ισορροπίες και την ομαλότητα στην Κύπρο.
Αυτό ήταν ενάντια στα συμφέροντα της Μόσχας, που υπονόμευε το ΝΑΤΟ χρησιμοποιώντας το Κυπριακό. Η Μόσχα επέβαλε την πολιτική τής μη λύσης, διά της συνεργασίας με το ΔΗΚΟ.

«Η επίτευξη της συμμαχίας ΑΚΕΛ- Κυπριανού τη δοσμένη στιγμή συνέβαλε αποφασιστικά η σοβιετική πρεσβεία στη Λευκωσία και το Κομουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης». Κι όπως το εξήγησε σε μια πρόσφατη συνέντευξη του στην Κατερίνα Ηλιάδη, οι Σοβιετικοί είχαν τα δικά τους συμφέροντα στη διεθνή πολιτική. «Ο Κυπριανού συνεργαζόταν με τους αδέσμευτους και ακολουθούσε μια πολιτική που δεν συνηγορούσε σε συμμαχίες με δυτικές χώρες.
Αυτό οι Σοβιετικοί το θεωρούσαν θετικό και το έθεταν πάνω απ΄ όλα και υποστήριζαν ότι χάριν αυτού του παράγοντα θα έπρεπε ο Κυπριανού να παραμείνει στην προεδρία και ως εκ τούτου η συνεργασία ΑΚΕΛ - Κυπριανού να συνεχιστεί».

Αυτό που διασφάλιζε στη Μόσχα η προεδρία Κυπριανού ήταν η εγγύηση της μη λύσης και η διαιώνιση της περιπλοκής των σχέσεων της Ελλάδας και της Τουρκίας με τη Δύση. Πως όμως επιβίωσε τόσα χρόνια αυτή η συνεργασία με το ΔΗΚΟ.

Ποιος όμως κατέβαζε και ποιος ανέβαζε τον Κυπριανού στο τρένο της εξουσίας.

«Τον κατεβάζε το (ΑΚΕΛ) και τον ανέβαζε η Μόσχα». Ακόμη και το 1988, η Μόσχα προσπαθούσε να περάσει τον Κυπριανού για τρίτη θητεία: «Η σοβιετική ηγεσία, απ΄ ευθείας ή μέσω της πρεσβείας στη Λευκωσία, πλειστάκις βολιδοσκόπησε την ηγεσία του ΑΚΕΛ για τη δυνατότητα επανεκλογής του Κυπριανού στην προεδρία, ακόμη και το 1988»,

Όμως, οι καιροί είχαν αλλάξει, η Σοβιετική Ένωση είχε μπει στην περίοδο της περεστρόικα και το ΑΚΕΛ μπόρεσε και έκανε τις δικές του επιλογές, εκλέγοντας για Πρόεδρο τον Βασιλείου,

Αρχικά η Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ τον είχε απορρίψει σχεδόν ομόφωνα. Στην επόμενή της συνεδρία, και πάλι ομόφωνα, τον έκρινε κατάλληλο με μία ψήφο κατά (του Μιχάλη Παπαπέτρου) και μία αποχή, του Νικόλα Μεσαρίτη, τότε γ.γ. της Συντεχνίας Οικοδόμων της ΠΕΟ, ο οποίος, δικαιολόγησε την αποχή του λέγοντας τα εξής: «Μας έχετε συγχύσει. Πριν μία εβδομάδα μάς λέγατε ότι ο Βασιλείου είναι πράκτορας της Intelligence Service.
Τώρα πως είναι θεός.
Δεν ξέρω τι να πιστέψω».



Η Κύπρος συνδέεται ιστορικά με το Κίνημα των Αδεσμεύτων (NAM). Το 1955, πριν ακόμη το νησί κερδίσει την ανεξαρτησία του, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, που αργότερα εξελέγη πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμμετείχε στην ιστορική διάσκεψη της Μπαντούγκ. Το 1961, η ανεξάρτητη πια Κυπριακή Δημοκρατία, ήταν ένα από τα 25 κράτη που συμμετείχαν στη Διάσκεψη του Βελιγραδίου κατά την οποία ιδρύεται επίσημα το Κίνημα των Αδεσμεύτων Χωρών.

Ως ενεργό μέλος του Κινήματος, η Κυπριακή Δημοκρατία φιλοξένησε τον Σεπτέμβριο του 1988 στη Λευκωσία τη Διάσκεψη Υπουργών Εξωτερικών. Στην Κύπρο πραγματοποιήθηκαν επίσης δύο Συναντήσεις της Ειδικής Υπουργικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε με απόφαση της Υπουργικής Διάσκεψης του 1988 για αναθεώρηση του ρόλου, της δομής και της μεθοδολογίας του Κινήματος των Αδεσμεύτων στο νέο μεταψυχροπολεμικό διεθνές σκηνικό.

Με την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Μάιο του 2004, η Κυπριακή Δημοκρατία έπαψε να είναι μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Εξακολουθεί ωστόσο να συμμετέχει στις συναντήσεις του υπό την ιδιότητα του προσκεκλημένου. Ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδρυτής καθώς και πρωταγωνιστής στην ιστορία του Κινήματος των Αδεσμεύτων, η Κυπριακή Δημοκρατία ελπίζει να καταστεί γέφυρα κατανόησης και συνεργασίας μεταξύ του Κινήματος και της ΕΕ.
Το Κυπριακό πρόβλημα, δυσεπίλυτο και ακανθώδες για πολλά χρόνια, εξακολουθεί να αποτελεί «πονοκέφαλο» για τη διεθνή διπλωματία. Όποιος επιχειρήσει να διερευνήσει το ζήτημα θα διαπιστώσει ότι ανέκαθεν η γεωπολιτική θέση του νησιού έθεσε σε ομηρία τις τύχες του Κυπριακού λαού.

Οι συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, αν και εδράζονταν σε σαθρά νομικά θεμέλια –γεγονός που η Αγγλία δεν αγνοούσε- έδωσαν την ευκαιρία στους Άγγλους να καταστούν ως μια από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις της τότε νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας .
Σήμερα η  Ρωσία δεν θέλει μόνο το δικαίωμα στα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Κύπρου, θέλει και μία στρατιωτική ναυτική βάση στο νησί, ως αντάλλαγμα για τη διάσωση και ετσι να γίνει και αυτή άλλη μια εγγυήτρια δύναμη.



Γιατί να βοηθήσουν οι Ρώσοι;

Μπορεί οι λόγοι για να μην βοηθήσει η Ρωσία την Κύπρο να είναι πολλοί, ωστόσο υπάρχουν άλλοι, πολύ λιγότεροι, που την αναγκάζουν να σκεφτεί σοβαρά να βοηθήσει τους ομόθρησκους «αδερφούς Κυπρίους».

-Αν η Ρωσία καταφέρει να επιτύχει μια συμφωνία με την Κύπρο για συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων, τότε το «όνειρο» της Μόσχας για έξοδο στη Μεσόγειο γίνεται πραγματικότητα.

-Στρατιωτικά η Κύπρος έχει τεράστια σημασία για την Ρωσία. Είναι η μοναδική διέξοδος από τον σφιχτό εναγκαλισμό με χώρες του ΝΑΤΟ που συνιστά περικύκλωση χωρίς διέξοδο.

-Ο κύριος λόγος λοιπόν της οποιασδήποτε βοήθειας είναι πρωτίστως γεωπολιτικός και στην συνέχεια ενεργειακός – οικονομικός.

-Παράλληλα οι Ρώσοι θα «κυκλώσουν» ενεργειακά την κεντρική Ευρώπη, η οποία επιμένει να θέλει εκμετάλλευση των κοιτασμάτων ,όπως επιχειρεί και στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα, όπως αναφέραμε, οι σχέσεις των Ρώσων με τον κυπριακό λαό είναι διαχρονικά σε καλό επίπεδο.

Η Μόσχα όμως μετά το φιάσκο στην Ελλάδα, που κοιμήθηκαν με Καραμανλή και ξύπνησαν με Παπανδρέου, τους αναγκάζει να… «φυσούν και το γιαούρτι».

Η ενεργειακή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας «ναυάγησε μόλις εκλέχτηκε ο Γ. Παπανδρέου και από τότε οι Ρώσοι βλέπουν την Ελλάδα με… άλλο μάτι.

Το Κρεμλίνο δεν είναι διατεθειμένο να δώσει την παραμικρή βοήθεια στην Κύπρο αν δεν εξασφαλίσει πρώτα τα συμφέροντά της.

Γνωρίζει καλά πως τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να πάρει όσο το δυνατόν περισσότερα και με τους ευνοϊκότερους για εκείνη όρους.

Η Ρωσία λοιπόν ζητά κατ’ αρχή αποδοχή της διμερούς συμφωνίας από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων σε βαθμό που η συμφωνία θα καθίσταται ως “συνταγματική δέσμευση”.

Οποιαδήποτε συμφωνία που θα βασισθεί σε κυβερνητική πλειοψηφία, δεν θα γίνει αποδεκτή.

Παράλληλα η Μόσχα δεν επιθυμεί η Κύπρος να διατηρήσει ως νόμισμα το ευρώ.

Μία επιστροφή στη λίρα θα ήταν ενδεχομένως ιδανική.

Όσον αφορά τις στρατιωτικές «διευκολύνσεις», η Ρωσία επιθυμεί συνταγματική δέσμευση.


Η παρουσία και μόνον των Βρετανικών βάσεων είναι το μεγαλύτερο αγκάθι, όπως το έχει παρουσιάσει η Ρωσική στρατιωτική ηγεσία για την οποιαδήποτε χρήση Κυπριακού χώρου για στρατιωτικούς σκοπούς.
Τέλος επιθυμούν πλήρη συνεννόηση με το Ισραήλ και δέσμευση σεβασμού των συμφωνιών συνεκμετάλλευσης και ανοχή από τις ΗΠΑ.

Όπως γίνεται αντιληπτό οι Ρώσοι δεν θα βοηθήσουν την Κύπρο μόνο και μόνο επειδή έχουν κοινή θρησκεία και επειδή έχουν καλές σχέσεις με τους «αδερφούς Κυπρίους».

Θα επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν την αδιέξοδη οικονομική κατάσταση της Λευκωσίας, αποσπώντας όσο το δυνατόν περισσότερα προς το συμφέρον του Κρεμλίνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :