Ο Γιώργος Νταλάρας αισθάνεται πολύ τυχερός: «Αν δείτε το ξεκίνημά μου, είναι σχεδόν αδιανόητο πώς έφτασα ως εδώ. Δεν θα έπρεπε. Δεν πιστεύω όμως στη μοίρα. Πιστεύω ότι τύχη σημαίνει εξάσκηση. Κι εγώ είμαι άνθρωπος της εξάσκησης».
Μέσα στην καλή χαρά είναι δηλαδή ο γιαλαντζί αριστερός πατριδέμπορος που έχει φτιάξει μια απίστευτη περιουσία πάνω σε πολιτικές πλάτες. Στις ίδιες που υπουργοποιήθηκε η σύζυγός του. Είναι ο άνθρωπος που το 2011 είχε πει ότι το Αιγαίο δεν ανήκει ούτε στους Έλληνες, ούτε στους Τούρκους αλλά στα ψάρια του… Αυτά για να μην ξεχνιόμαστε
Για να τα τσεπώσει ξανά, αποφάσισε να μιλήσει μετά από πολύ καιρό. Βλέπετε στα τέλη του μήνα θα δώσει συναυλία με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα στο Ηρώδειο για τους σκοπούς του «Μαζί για το παιδί».
Μίλησε στην ιστοσελίδα iefimerida.gr για τα εσώψυχά του, την πορεία του στη ζωή και στη μουσική, την αγαπημένη του Αριστερά και τον διχασμό, τους φόβους, τις αγωνίες, τη γυναίκα του («ένα αγρίμι θα ήμουν χωρίς την Αννα»), την κόρη του, αλλά και το βάρος της επωνυμίας («οι επώνυμες οικογένειες είναι προβληματικές»).
Ακολουθεί η συνέντευξη:
– Ποιος είναι ο μεγαλύτερος προσωπικός σας φόβος; Η αγωνία σας για το μέλλον;
«Αγωνιώ για το μέλλον των παιδιών μας και των εγγονών μας. Ο φόβος είναι ότι θα φύγω χωρίς να έχω δει την πατρίδα μου να καλυτερεύει. Δεν φτάνει να τα έχω πάει καλά εγώ και η οικογένειά μου. Θέλω οι νέοι, που είναι η ελπίδα όλων μας, που οι γονείς τους μεγάλωσαν και τους σπούδασαν με τόσο κόπο, να μη γυρίζουν την πλάτη και να φεύγουν απογοητευμένοι. Θέλω τα λάθη των προηγούμενων και τα δικά μας να μην τα φορτωθούν κι άλλες γενιές. Ζούμε σε μια καταπληκτική χώρα με παράδοση, πολιτισμό, αξίες. Αν βάλουμε όλοι ένα χεράκι να φτιαχτεί αυτή η δομή, ο μηχανισμός αυτής της χώρας, αν δώσουμε εμπιστοσύνη στους καλύτερους -και δεν είναι καθόλου ρομαντικό αυτό- πιστεύω ότι υπάρχει ελπίδα».
– Ζούμε το ακριβώς αντίθετο όμως… Αισθάνεστε ότι σήμερα καλλιεργείται ξανά στην Ελλάδα ο διχασμός;
«Ναι, το αισθάνομαι πολύ αυτό. Ο διχασμός δεν είναι ένας. Είναι συνυφασμένος με την ιστορία μας. Διχαζόμαστε κάθε τριάντα-σαράντα χρόνια. Το κακό είναι ότι το πληρώνουμε κάθε φορά και ξαναρχίζουμε. Πάμε με χαρά στον επόμενο διχασμό. Κατά καιρούς συνέρχεται λίγο ο κόσμος, αλλά μετά επανέρχεται αυτή η έλλειψη μνήμης. Κι εγώ δεν τα πάω καλά με αυτό. Οσο ωριμάζω, αποκτώ όλο και περισσότερες απαξιωτικές αντιλήψεις για τους ανθρώπους που παραμένουν κολλημένοι σε αυτή τη λογική. Θα ήθελα οι άνθρωποι να ξεφεύγουν. Εχουν δικαίωμα και ευθύνη να αλλάζουν ανάλογα με αυτά που συμβαίνουν γύρω τους, για να μπορούν να διαχειρίζονται και την κοινωνική συνοχή και την ευημερία. Είμαι εναντίον του φανατισμού».
– Βλέπετε γύρω σας ήρωες;
«Εχω σταματήσει να θαυμάζω και να επηρεάζομαι από την ηρωική θεοποίηση κάποιων ανθρώπων, που ήταν τα παιδικά μας πρότυπα. Μεγαλώνοντας τα περιορίζω. Ηρωας σήμερα για μένα μπορεί να λογίζεται ένας άνθρωπος που εμποδίζει τον πόλεμο, τη διαμάχη, την έχθρα, το μίσος, τον φθόνο. Οχι την αντιπαράθεση ή την αντιδιαστολή».
– Ανήκετε στην Αριστερά. Είναι Αριστερά αυτό που ζούμε;
«Δεν θα ήθελα, ειδικά τώρα, να μπω στη διαδικασία να σχολιάσω τη χρονική περίοδο που περνάμε. Είμαστε σε ένα παράξενο σταυροδρόμι. Τίποτα από όλα αυτά που νομίζουμε δεν ισχύει και τίποτα από αυτά που ισχύουν δεν είναι αυτά που θέλαμε. Τίποτα. Το θέμα είναι να αντέξουμε και να είμαστε παρόντες σε αυτά που θα έρθουν. Ο κόσμος θα αλλάξει, δεν θα παραμείνει ίδιος. Πρέπει να είμαστε εδώ, υγιείς, ζωντανοί, συμμετέχοντες… Γιατί το ίδιο το σύστημα πάγωσε και κόλλησε και ζητάει τη λύση του. Η λύση θα προέλθει από τις ανάγκες της κοινωνίας και θα οδηγηθεί από την κοινωνία. Ως τώρα, τα πρότυπα και τα στεγανά ήταν “εμείς είμαστε μια παράταξη ή μιάμιση παράταξη και θα δανειστούμε άλλο ένα τέταρτο και θα αυξηθούμε και θα προχωρήσουμε” και πάει λέγοντας. Θα δείτε ότι από τις καινούργιες πια τοποθετήσεις του κόσμου θα επηρεαστεί για να αλλάξει και να φτιάξει καινούργια κόμματα. Είναι η ώρα τώρα. Τώρα θα γίνουν. Δεν έχει σημασία αν θα γίνουν με γνωστά ή παλιά πρόσωπα, κατεστραμμένους πολιτικούς, με καμένα χαρτιά, γιατί τα έχουμε δει όλα αυτά κι ακόμα τα βλέπουμε… Η κοινωνία μπορεί κάποια φορά να άγεται και να φέρεται με τα πρότυπα της μόδας, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν έχει την πλάτη της.
Η Αριστερά δεν θα χαθεί ποτέ, έξω από τα τερτίπια των καιρών και τις αποτυχημένες προσπάθειες. Δεν θα υποχωρήσει. Η Αριστερά θα κερδίζει έδαφος όσο η αδικία μεγαλώνει. Αλλά η έλλειψη δικαιοσύνης δεν θα πρέπει να αφορά στον καθένα μας ξεχωριστά, αλλά στο σύνολο… Η Αριστερά δεν θα χάσει την αξία της. Είναι ένα ξυπνητήρι της συνείδησης. Τίποτε άλλο. Όποτε προσπάθησε να γίνει κάτι άλλο, σχεδόν απέτυχε».
Η Αριστερά δεν θα χαθεί ποτέ, έξω από τα τερτίπια των καιρών και τις αποτυχημένες προσπάθειες. Δεν θα υποχωρήσει. Η Αριστερά θα κερδίζει έδαφος όσο η αδικία μεγαλώνει. Αλλά η έλλειψη δικαιοσύνης δεν θα πρέπει να αφορά στον καθένα μας ξεχωριστά, αλλά στο σύνολο… Η Αριστερά δεν θα χάσει την αξία της. Είναι ένα ξυπνητήρι της συνείδησης. Τίποτε άλλο. Όποτε προσπάθησε να γίνει κάτι άλλο, σχεδόν απέτυχε».
– Αλήθεια, κύριε Νταλάρα, ο συνθέτης κάνει το μεγάλο τραγούδι;
«Ναι, νομίζω ότι το μεγάλο τραγούδι, το τραγούδι που θα διαρκέσει και έχει αξία συνθετική και στιχουργική, το κάνει ο συνθέτης και ο στιχουργός. Βεβαίως και η κοινωνική συγκυρία. Εμείς είμαστε ένας λαός τραγουδιστής με πλούσιο μουσικό υλικό, όπως και στις άλλες χώρες της Μεσογείου, στα τραγούδια έχουμε διασταύρωση διαφορετικών στοιχείων από την Ανατολή, τροπική μουσική δηλαδή, αλλά και δυτικά στοιχεία, για έναν λόγο παραπάνω παίζει ρόλο και η εκτέλεση του τραγουδιού. Η ερμηνεία, η ενορχήστρωση, το παίξιμο. Ένα μεγάλο τραγούδι, λοιπόν, είναι αυτό που έχει όλα αυτά, αλλά γίνεται μεγάλο και ως σύμβολο μέσα από τις κοινωνικές συνθήκες που γράφτηκε ή που το ανέδειξαν. Έχουμε δεκάδες τέτοια παραδείγματα. Τα τραγούδια του Θεοδωράκη ερμηνευμένα από τον Μπιθικώτση, σε ποίηση του Ελύτη, του Σεφέρη, του Γκάτσου, του Χριστοδούλου και τόσων άλλων».
– Ποιοι καθόρισαν τη δική σας πορεία;
«Όσο για τη δική μου πορεία, ευτύχησα στο ξεκίνημά μου -πολύ μικρός- να έχω δίπλα μου ανθρώπους που μου άνοιξαν ένα παράθυρο σε έναν κόσμο καθαρό, με μια γλώσσα ωραία και με εξαίσιες μουσικές και μου έδωσαν φωνή και λόγο σε χρόνια δύσκολα. Ο Κουγιουμτζής, ο Λοΐζος, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Στη συνέχεια ο Μάνος Ελευθερίου. Πολύ μικρός είπα τα «Λιανοτράγουδα» του Μίκη και του Ρίτσου. Και βέβαια είχα από την αρχή στήριγμα, από την πλευρά του λαϊκού τραγουδιού τον άλλο βραχίονα, τον μεγάλο Απόστολο Καλδάρα, που ίσως λόγω της καταγωγής μου και της σχέσης μου με το ρεμπέτικο, μου εμπιστεύτηκε σε πολύ μικρή ηλικία μεγάλα τραγούδια. Φαντάζεστε τι είναι για ένα παιδί 18-19 ετών να τραγουδάει το «Ήλιε μου σε παρακαλώ», το «Με έκοψαν, με χώρισαν στα δυο», το «Ο ουρανός φεύγει βαρύς», το «Αχ χελιδόνι μου» ή το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι»;. Δεν το λέω από έπαρση, αλλά εκτός από την καλή τύχη έπαιξε ρόλο και η επιμονή μου από παιδί να λέω πολλά «όχι» στις εύκολες λύσεις και να ψάχνω συνέχεια καλά τραγούδια».
– Ποτέ νιώσατε ότι είστε «πρώτο όνομα»;
«Τα πρώτα χρόνια δεν χρειάστηκε να συναισθανθώ, ή να αντιληφθώ, ή να αγχωθώ με την ισχύ ή την αξία αυτού που λέτε, «πρώτο όνομα». Αυτό αφορούσε τους παραγωγούς μάλλον. Εγώ ήμουν ευτυχής και περήφανος όχι ως πρώτο όνομα, αλλά ως ερμηνευτής πρώτων τραγουδιών».
– Έχετε συνεργαστεί με κορυφαίους δημιουργούς. Σήμερα τα μεγέθη έχουν μικρύνει; Υπάρχουν κορυφαίοι;
«Δεν είναι που έχουν μικρύνει τα μεγέθη. Ίσως έχει περάσει αυτή η σπουδαία εποχή, όπου τα έργα και το πνεύμα των μεγάλων δημιουργών συνέπλεαν με τα οράματα του κόσμου. Και το λέω αυτό γιατί ο Θεοδωράκης συνέχισε να γράφει τραγούδια και ο Χατζιδάκις έως το τέλος. Ο Ξαρχάκος γράφει σήμερα εξαιρετικά τραγούδια. Το ίδιο και ο Μούτσης. Τα τραγούδια του Κουγιουμτζή και του Λοΐζου, αν και έφυγαν οι ίδιοι, είναι ζωντανά σαν να γράφτηκαν σήμερα. Και δεν είναι μόνο αυτοί. Είναι ο Μικρούτσικος, ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας, ο Μάλαμας, ο Περίδης, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και πιο πριν ο Κραουνάκης και οι νεότεροι και νεότατοι στιχουργοί. Όμως το καλό τραγούδι, αυτό στο οποίο φαντάζομαι αναφέρεστε μιλώντας για κορυφαίους δημιουργούς, δεν έχει πια την ίδια ευκολία πρόσβασης στο κοινό».
– Γιατί;
«Μπορεί να μην έχουν πια κοινά οράματα, ή να έχει αμβλυνθεί αυτό το κριτήριο, ή να μην έχουν τις ίδιες αγωνίες, τις ίδιες ανάγκες. Δεν θα το κρίνω εγώ. Η αλήθεια είναι ότι ούτε οι παραγωγοί -η δισκογραφία έτσι κι αλλιώς είναι διαλυμένη- ούτε τα Μέσα, ραδιόφωνο, τηλεόραση, social media, παρότι είναι πολύ περισσότερα, υπερασπίζονται αυτό το είδος του τραγουδιού που παλιά ήταν μαζικό και τώρα ναι, υπάρχει, γράφονται πολύ καλά τραγούδια, χωρίς να έχουν την ίδια πρόσβαση στα Μέσα. Πρέπει να ψάξεις για να τα βρεις. Αυτό μπορεί να είναι και ένας άγραφος νόμος που επέβαλε η αγορά. Ότι το εύκολο τραγούδι, το πρόχειρο, καταναλώνεται πιο εύκολα, πιο γρήγορα, γιατί λήγει πιο γρήγορα και η κορδέλα παραγωγής βγάζει κάτι καινούργιο. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού. Έτσι δουλεύει η βιομηχανία του θεάματος, γιατί θέαμα πια παράγει κυρίως η μουσική βιομηχανία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το καλό τραγούδι θα σταματήσει να υπάρχει. Γιατί και σήμερα γράφονται πολύ καλά τραγούδια».
– Κατά καιρούς έχετε περάσει διακυμάνσεις στη σχέση σας με το κοινό. Που έχετε κάνει λάθος εσείς και πού, πιστεύετε, το κοινό;
«Ίσως εννοείτε ότι δεν ακολούθησα πάντα τις επιθυμίες του κοινού, αυτό που ήταν μόδα, τρέχουσα ιδεολογία, ή εμμονή. Ούτε στις μουσικές μου επιλογές, ούτε στις κοινωνικές και πολιτικές. Ακόμα και στους χώρους που επέλεγα να παίξω ζωντανά, σπάνια ακολουθούσα τις διαθέσεις του γλεντιού και του κεφιού μέχρι εξοντώσεως. Ήμουν αυστηρός και αμετακίνητος στις επιλογές μου, αλλά πάντα ειλικρινής στις προθέσεις μου. Αυτό πίστευα. Το παίρνεις ή το αφήνεις. Και είμαι πραγματικά ευγνώμων και πλήρης που όλος αυτός ο κόσμος από διαφορετικές γενιές με τιμά σχεδόν 50 χρόνια με την αγάπη του, την εμπιστοσύνη του και τη γενναιοδωρία του. Στήριξε τις επιλογές μου, τα τραγούδια, τις συναυλίες κυρίως, με συντριπτική παρουσία και ανταπόκριση. Αλλά κι εγώ στάθηκα εκεί με επιμέλεια, ευθύνη και προσήλωση. Δεν ξέρω αν έκανα λάθη επικοινωνιακά, ή αυτό που λέμε κακής συγκυρίας, όμως είμαι μουσικός και πολίτης από την ημέρα που κατάλαβα τον εαυτό μου και έχω μάθει όταν εκφράζομαι να λέω αυτό που πιστεύω. Τα άλλα έπονται και τελικά, πιστέψτε με, στη σούμα αισθάνεσαι ήσυχος, γεμάτος και γαλήνιος».
– Κακές επιλογές τραγουδιών έχετε κάνει; Κακή διαχείριση της εικόνας σας;
«Όχι βέβαια, δεν έχω κάνει κακές επιλογές τραγουδιών. Ελάχιστες παραχωρήσεις ίσως, για να μη χαλάσω το χατίρι φίλων μουσικών για τραγούδια που, κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσαν να γίνουν και καλύτερα. Ίσα-ίσα, αυτή η αυστηρότητα στις επιλογές μου δημιούργησε κάποια παράπονα, μέχρι που έγιναν ανέκδοτα στο περιβάλλον της δουλειάς, όπως οι πολύωρες πρόβες, ας πούμε -εξαντλητικές τις λένε κάποιοι- ή η λεπτομερής προετοιμασία. Το ελάχιστο και το αυτονόητο για μένα. Για την εικόνα τι να σας πω; Ξεκίνησα πάρα πολύ μικρός, με την καλή τύχη να έχω προίκα αυτά τα τραγούδια. Ειδικά τα πρώτα χρόνια, όχι μόνο δεν πρόλαβα να διαχειριστώ καμιά εικόνα, άργησα να καταλάβω ότι καν υπήρχε. Ήμουν τόσο ευτυχής που ήμουν μουσικός».
– Ωστόσο, έπρεπε να φτιαχτεί μια εικόνα…
«Εγώ δεν συμβαδίζω και δεν συμπλέω με τη διαδρομή μου. Ξεκίνησα για να γίνω μουσικός και τραγουδιστής. Τα υπόλοιπα ήταν πάρεργο, δεν ήταν δικά μου. Με ξεχώρισε στα 17 μου ο κ. Μάτσας, μετά από ακροάσεις. Και έκανα τον πρώτο μου δίσκο στα 18 μου. Τι ήξερα εγώ για φωτογραφίσεις, εξώφυλλα; Τα έβλεπα και γέλαγα. Νόμιζα ότι μου κάνουν κακό. Δεν είχα τη δυνατότητα να τα μάθω. Οταν τα έμαθα, απογοητεύτηκα που λειτούργησα ως ένα γρανάζι αυτής της βιομηχανίας παραγωγής ειδώλων, ψευτοειδώλων… Δεν ταυτίστηκα ποτέ. Ακόμα και τώρα αντιδρώ. Εγώ αγαπάω την αλήθεια της μουσικής, τίποτε άλλο».
– Η σύζυγός σας, η Άννα Νταλάρα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό το κομμάτι;
«Η Άννα με βοήθησε πάρα πολύ σε πολλά πράγματα. Εγώ προέρχομαι από έναν άλλον κόσμο, η Άννα από άλλον. Δεν ήξερα τίποτα από αυτά που είχε δει η Άννα. Εγώ της έμαθα τον Καζαντζίδη και το λαϊκό τραγούδι κι εκείνη μου έμαθε τα άλλα. Ημουν πολύ απόλυτος. Κατάλαβα τα λάθη μου όμως. Επρεπε να μάθω κι άλλα πράγματα. Τι θα ήμουν χωρίς την Άννα; Ενα αγρίμι θα ήμουν χωρίς την Άννα…».
– Ο Νταλάρας οφείλει να προσέχει διαρκώς; Αισθάνεστε ότι ακόμα κάποιοι σάς περιμένουν στη γωνία;
«Όχι, ο Νταλάρας, ή μάλλον ο Γιώργος, δεν οφείλει να προσέχει διαρκώς. Αρκεί να έχει τη δύναμη και το σθένος να αναλαμβάνει τις ευθύνες τού τι λέει, τι κάνει και κυρίως τι τραγουδάει και τι παίζει σαν μουσικός. Κανένας δεν με περιμένει στη γωνία. Δεν έχω τέτοιες φοβίες. Θα ήμουν μικρόψυχος και αχάριστος αν πίστευα κάτι τέτοιο. Όταν είσαι 50 χρόνια στη δουλειά, δεν μπορείς να τους ικανοποιείς όλους. Όσο στέκομαι στα πόδια μου, αυτό το διαχειρίζομαι μια χαρά. Η εποχή είναι τόσο δύσκολη, που καλό είναι όσοι είμαστε ευνοημένοι από την εμπιστοσύνη και την αγάπη του κόσμου να αφήνουμε και κάποια αδικία ή κάποια κουβέντα παραπάνω που μας είπαν να τα παίρνει το ποτάμι».
– Πώς χτίζεται μια καριέρα; Πώς γίνεται κανείς Νταλάρας;
«Οι σημερινές καριέρες δεν ξέρω πώς χτίζονται. Όσο για μένα, θα σας πω εγώ τι πιστεύω. Πρέπει να μείνεις ταπεινός, αξιοπρεπής, απλός, με τις αρχές με τις οποίες ξεκίνησες, σταθερός, μελετηρός και επίμονος μουσικός. Και να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά όταν όλα τρέχουν σαν νεράκι και η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη, να σπας και κανένα καλούπι και να ξεκινάς από την αρχή, διαφορετικά ή θα βαρεθείς νωρίς, ή θα απογειωθείς απότομα, ή θα προσγειωθείς απότομα. Η ισορροπία είναι μεγάλο πράγμα. Η ισορροπία δεν είναι συντήρηση. Και με 250 χιλιόμετρα να τρέχεις με τη μηχανή, καλή ισορροπία χρειάζεσαι».
– Σας ενοχλεί που σήμερα στο τραγούδι η εικόνα μπορεί να είναι σημαντικότερη της φωνής;
«Ναι, με ενοχλεί. Όχι ότι δεν πιστεύω στην εικόνα μιας καλής συναυλίας. Πάντα εκτιμούσα και εκτιμώ τον καλό ήχο, τα καλά φώτα, το εικαστικό μέρος μιας παράστασης. Άλλο αυτό και άλλο η φανταχτερή εικόνα που προηγείται του τραγουδιού, το οποίο πολλές φορές δεν έπεται καν».
– «Του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου»: Τώρα που είστε παππούς, το πιστεύετε αυτό;
«Ε, ναι. Εδώ ταιριάζει το δεν έχω λόγια… Και το παιδάκι μου είναι παιδί ακόμα. Ένα πολύ γλυκό και άξιο κορίτσι, αλλά και τα αγόρια της, τα εγγόνια μου, είναι καταπληκτικά».
– Ποιος είναι ο προσωπικός σας απολογισμός για την επωνυμία;
«Οι οικογένειες που είναι επώνυμες είναι προβληματικές. Η επωνυμία καταστρέφει την ηρεμία των ανθρώπων και των παιδιών τους. Δεν είναι καλό πράγμα η επωνυμία και ειδικά στις μέρες μας, όταν επώνυμος μπορεί να είναι ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος και ένας μεγάλος καραγκιόζης. Εγώ τη σιχαίνομαι την επωνυμία που απέκτησα. Κρατάω μόνο το κομμάτι που έχει να κάνει με τη μουσική και τα τραγούδια. Είμαι ο πιο σκληρός πολέμιος της τάσης των ανθρώπων να μπαίνουν στην προσωπική σου ζωή. Δεν έχω αφήσει καμία χαραμάδα. Η επωνυμία στις μέρες της εύκολης ζωής και της ευημερίας δεν είναι αυτό που κάποτε ήταν. Τώρα επώνυμος γίνεσαι άμα κατεβάσεις το σορτσάκι σου στη μέση του δρόμου -και μάλιστα αν είσαι πονηρός και βγάλεις και καμιά κουβέντα, μπορεί να γίνεις και δήμαρχος. Πράγματα που τα έχουμε δει να γίνονται. Άρα, η επωνυμία ακούγεται, τις πιο πολλές φορές, σαν κράξιμο. Ο καθένας πουλάει ό,τι θέλει. Εμένα δεν μου άρεσε ποτέ. Υπάρχουν ανώνυμοι που προσφέρουν υπερπολλαπλάσια από τους επώνυμους. Καθηγητές, επιστήμονες…».
– Διαγράφετε ανθρώπους;
«Εντελώς όχι. Σταματάω κάποιες σχέσεις, κάποιες συνεργασίες, αλλά όσους ανθρώπους μού έχουν αφήσει ένα αποτύπωμα δεν μπορώ να τους διαγράψω».
– Σας απασχολεί το τέλος;
«Οχι, γιατί έρχεται το τέλος…».
– Μήπως υπερβάλλετε;
«Όπως έρχεται η ζωή, έρχεται και το τέλος. Και δεν το λέω μεταφυσικά. Είναι ένα χαρακάκι, που αρχίζει από το 0 και φθάνει ως το 100, ας πούμε. Αυτό είναι, δεν έχουμε άλλο. Ο καθένας μας είναι σε ένα σημείο. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Το τέλος είναι τέλος. Το θέμα είναι να έχει νόημα η διαδρομή. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ελευθερία».
– Με ποια κριτήρια συμμετέχετε σε συναυλίες αλληλεγγύης;
«Συμμετέχω σε συναυλίες κοινωνικού χαρακτήρα ή σκοπού, όταν έχω ελέγξει προσεκτικά τον λόγο και τον τρόπο με τον οποίο διοργανώνονται και τη συνέπεια των ανθρώπων που την οργανώνουν. Το «Μαζί για το Παιδί» είναι μια οργάνωση, ή μάλλον 10 σωματεία, που επίμονα και αφοσιωμένα με αξιοσύνη και προσήλωση εργάζονται όλα αυτά τα χρόνια. Εμείς που συμμετέχουμε με τις μικρές μας δυνάμεις, θεωρούμε χρέος και καθήκον αυτή τη συνδρομή στην προσπάθεια να παρέχεται στα παιδιά κάτι που πραγματικά τους χρωστάει η πολιτεία, τους ανήκει και είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους. Δεν είναι η πρώτη φορά που τραγουδάω για το «Μαζί για το Παιδί». Χαίρομαι και για την καλλιτεχνική διάσταση της συναυλίας, γιατί μαζί με τον Λαυρέντη, που είναι φίλος αγαπημένος και ξεχωριστός μουσικός, στις 27 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο, ανάμεσα στα άλλα μας τραγούδια, θα τραγουδήσουμε μαζί όλα αυτά που μας έχουν ενώσει όλα αυτά τα χρόνια, από τη «Σκόνη» μέχρι τον «Παλιό στρατιώτη», και έχει αγαπήσει τόσο πολύ ο κόσμος».
Πηγή συνέντευξης: iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου