Ας περιγράψουμε σύντομα το φιλελεύθερο δημοκρατικό πολίτευμα που διέπει την κυβέρνηση της Ελλάδας τις τελευταίες δεκαετίες. Τους θιασώτες του και τους εχθρούς του όπως δραστηριοποιούνται πολιτικά τα χρόνια της μεταπολίτευσης, αλλά και πριν το διάλειμμα της επταετίας 67-74. Το κοινοβουλευτικό δημοκρατικό πολίτευμα (ή αλλιώς φιλελεύθερη δημοκρατία) όπως έχει κατά κόρον γραφτεί από θαρραλέες δυστυχώς όμως και αδύναμες φωνές εξαιτίας του αποκλεισμού τους από το κατεστημένο, προσδιορίζεται εύστοχα ως: το πολίτευμα στο οποίο οι κομματικές παρατάξεις με το ψεύδος ως όπλο, εξαπατούν αναίσχυντα και κατ’ εξακολούθηση τον πολίτη, υποσχόμενες ειρήνη και ευημερία και συγχρόνως λιγότερη εργασία και ευθύνες. Αυτό επιτυγχάνεται με την αρωγή των παντοδύναμων ΜΜΕ που ελέγχονται από την εκάστοτε κυβέρνηση (δημόσια τηλεόραση και ραδιόφωνο) και επί το πλείστον από τους πλουτοκράτες – συνεταίρους των πολιτικών παρατάξεων (ιδιωτική τηλεόραση, ραδιόφωνο, τύπος). Φυσικά οι υποσχέσεις των κομματικών παρατάξεων ουδέποτε τηρούνται, αντιθέτως ματαιώνονται από την σκληρή πραγματικότητα που συνήθως επιβάλλεται από το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, ή αλλιώς από τις ισχυρές ξένες δυνάμεις που υποστηρίζουν και καθοδηγούν τις κομματικές παρατάξεις στην Ελλάδα. Μολονότι το ηθικό παράπτωμα της συνειδητής παραπλάνησης του πολίτη, συντελέστηκε και κατά τις προηγούμενες εκλογές, τα πολιτικά κόμματα συνεπικουρούμενα από τα ξένα και εγχώρια οικονομικά συμφέροντα, ανασκευάζουν τα ψεύδη που είπαν προς τον Ελληνικό λαό και κατά την επερχόμενη προεκλογική περίοδο. Έτσι ο πολίτης μην έχοντας άλλη επιλογή ανάμεσα στις παρατάξεις που ανεξαιρέτως τον εμπαίζουν, αφήνεται να παρασυρθεί από τον συμπαθέστερο δημαγωγό ή πολιτικό πρόσωπο με το οποίο ταυτίζεται περισσότερο (κάτι σαν το κάπνισμα που δεν μπορούμε να σταματήσουμε, αλλάζουμε απλώς μάρκα τσιγάρων, γνωρίζοντας όμως πως είναι επιβλαβές για την υγεία μας). Κατά βάθος ο Έλληνας πολίτης γνωρίζει πως κανένα πολιτικό κόμμα δεν θα βελτιώσει την ζωή του, ξέρει βαθιά μέσα του πως το πολίτευμα αυτό είναι φαύλο και διαστρεβλώνει ακόμα και τα υγιή κύτταρα του εθνικού οργανισμού. Μεταδίδει στους πολίτες την ασθένεια της ιδιοτέλειας και την στενή αντίληψη της πρόσκαιρης ευημερίας δίχως προοπτική ακόμα και για τα παιδιά τους που σύντομα θα πάρουν την σκυτάλη. Όμως «το μη χείρον βέλτιστον» τελικά επικρατεί στην εκλογική κάλπη και τα πολιτικά κόμματα που φροντίζουν να μεταλλάσσουν τον εκλογικό νόμο στα μέτρα τους όταν βλέπουν τον επερχόμενο κίνδυνο της αποκάλυψής τους και ίσως τιμωρίας τους, γαντζώνονται στην εξουσία ακόμα και συνεργαζόμενα μεταξύ τους, αφαιρώντας κάθε φορά κομμάτι της πραγματικής δημοκρατίας και δυστυχώς και κομμάτι της εθνικής μας κυριαρχίας ως Έλληνες. Και έτσι η ιστορία επαναλαμβάνεται, η καταστροφή της Ελλάδας συνεχίζεται. Κάθε φορά όμως που οι κυβερνώντες ανανεώνουν την λαϊκή εντολή γίνονται ακόμα πιο αμείλικτοι και πιο εκδικητικοί απέναντι στον πολίτη που κατά βάθος τον φοβούνται και τον μισούν επειδή γνωρίζουν πως αυτός έχει τελικά την δύναμη να τους εκδιώξει και να τους τιμωρήσει για την προδοσία τους. Κάθε φορά που σχηματίζεται μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο η έννοια της δημοκρατίας που σκοπό θα είχε να υπηρετεί το Ελληνικό έθνος και να εκφράζει την λαϊκή βούληση, χτυπιέται ακόμα περισσότερο. Η εξουσία γίνεται πιο σκληρή και άδικη, καταπατώντας όλες σχεδόν τις προεκλογικές υποσχέσεις που της έδωσαν την νίκη στις εκλογές.
Ο σκοπός ύπαρξης του ελληνικού κράτους είναι η διαχείριση της προίκας της Ελλάδας, δηλαδή της οικονομίας και παραγωγής προς όφελος του λαού στο παρόν και το μέλλον. Για να γίνει αυτό πρέπει να γίνουν τα απαιτούμενα δημόσια έργα με την υψηλότερη ποιότητα και το λιγότερο δυνατό κόστος. Έργα που θα ανήκουν σε όλους και θα πληρωθούν από όλους τους Έλληνες πολίτες. Όμως γίνεται έτσι; Στην κοινοβουλευτική δημοκρατία ο τομέας των δημοσίων έργων είναι άλλο ένα παράδειγμα σκανδαλώδους συνεργασίας του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προς όφελος των πλουτοκρατών ιδιωτών. Το υπουργείο δημοσίων έργων επειδή δεν διαθέτει τις ανάλογες τεχνικές υποδομές, προκηρύσσει διαγωνισμούς τους οποίους μπορούν με αξιώσεις να κερδίσουν μόνο οι μεγάλοι εργολάβοι με τεράστια εταιρικά σχήματα, τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις αναδοχής παντός είδους κρατικών κατασκευών και υποδομών. Αποτέλεσμα τα άπειρα σκάνδαλα καθυστερήσεων της ολοκλήρωσης των δημόσιων υποδομών, κακοτεχνιών, αλλά και υπέρβασης του προϋπολογισμού με αλόγιστη σπατάλη, για παράδειγμα η σήραγγα σιδηροδρομικής γραμμής Καλιδρόμου, οι αυτοκινητόδρομοι, τα νοσοκομεία κλπ.
Εξαίρεση αποτελούσαν έως σήμερα οι αμυντικές βιομηχανίες που υπ’ ευθύνη του κράτους σχεδίαζαν και παρήγαγαν τα οπλικά μας συστήματα, στρατηγικής σημασίας για την ειρήνη στην θερμή μας γειτονιά. Δυστυχώς πρόσφατα και ελέω μνημονίου γινόμαστε μάρτυρες της απαξίωσης και οριστικού κλεισίματος του νευραλγικού αυτού κομματιού του δημόσιου τομέα. Η δημόσια υγεία και η εξασφάλιση σταθερού εισοδήματος – ασφάλιση μετά το πέρας της παραγωγικής ηλικίας του Έλληνα πολίτη, είναι σαφώς υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους. Όμως η εικόνα που παρουσιάζουν σήμερα δεν αφήνει καμία αμφιβολία της κακοδιαχείρισης και της παθογένειας που διέπει ολόκληρο τον δημόσιο τομέα. Αποτέλεσμα και εκεί ο ιδιωτικός επιχειρήσεις υγείας και ασφάλισης καλούνται να υποκαταστήσουν τον δημόσιο τομέα σε τρομακτικά υψηλό ποσοστό.
Άλλος ύψιστης σημασίας στρατηγικός δημόσιος τομέας θα όφειλε να είναι για κάθε χώρα και ιδιαίτερα στην Ελλάδα οι φυσικοί και ενεργειακοί πόροι οι οποίοι θα ήταν λογικό και επιβεβλημένο να βρίσκονται στην αποκλειστική εκμετάλλευση του δημοσίου τομέα. Η σωστή διαχείρισή του ελληνικού ορυκτού πλούτου, της ορυκτής, υποθαλάσσιας και ανανεώσιμης ενέργειας, σταδιακά μπορούν να εκμηδενίσουν την φορολογία του πολίτη και επιπλέον να αποδώσουν σταθερό εθνικό εισόδημα από την εξαγωγή τους ή την ανταλλαγή τους με άλλους αναγκαίους πόρους σε ανεπάρκεια από άλλες χώρες που τους παράγουν. Αυτό επιτυγχάνεται φυσικά με τις απαραίτητες διακρατικές συμφωνίες και την μεθοδική προπαρασκευή και εξασφάλιση των τεχνολογιών που απαιτούνται για την εκμετάλλευση αυτή.
Τέλος ίσως ο σημαντικότερος δημόσιος τομέας είναι ο στρατός και τα σώματα ασφαλείας που έως σήμερα στην συντριπτική τους πλειοψηφία παραμένουν στην κρατική διαχείριση. Εύκολα προβλέπουμε όμως την απαξίωση που θα συμβεί και στον στρατό, αστυνομία, πυροσβεστική, καθώς συρρικνώνονται οι πόροι και μειώνεται το έμψυχο υλικό ποσοτικά και ποιοτικά, με την συνεχή μείωση των αποδοχών του ένστολου προσωπικού.
Η εμπειρία έχει δείξει πως στην Ελλάδα το κράτος μπορεί να γίνει επιχειρηματίας μόνο όταν το καθεστώς που το διοικεί πράττει αυτοβούλως και σύννομα, είναι πειθαρχημένο και προπαντός έχει αυτοεκτίμηση. Όταν όμως το καθεστώς που διοικεί το κράτος είναι φιλελεύθερο («λιμπεραλιστικό», λατινιστί) οι κρατικές επιχειρήσεις αποδίδουν καλύτερα όταν τις διοικούν ιδιώτες (managers αγγλιστί). Αυτό συμβαίνει επειδή ο δημόσιος τομέας όταν αφήνεται στην διοίκηση του φιλελεύθερου κυβερνήτη καταλήγει σε άντρο της διαφθοράς και των οικονομικών σκανδάλων εξ’ αιτίας των στελεχών τους που δεν φοβούνται την τιμωρία του κυβερνήτη αφού ο πολιτικός τον δημόσιο στέλεχος διόρισε ως αντάλλαγμα για τις κομματικές υπηρεσίες του στο παρελθόν και στο παρόν. Εξάλλου ο διορισμός τους δεν γίνεται με αξιοκρατικά κριτήρια, αυτό συμπεραίνει κανείς από την ευκολία που τα ίδια πολιτικά πρόσωπα αλλάζουν αρμοδιότητες και τομείς δραστηριότητας ανά τακτά χρονικά διαστήματα έως ότου εμπλακούν σε κάποιο οικονομικό σκάνδαλο που τερματίζει την σταδιοδρομία τους και σπανίως παίρνουν τον δρόμο της δικαιοσύνης. Περισσότερο καθοριστικός όμως είναι ο ρόλος των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων που στην κυριολεξία αγκυλώνουν την πολιτική βούληση των φιλελευθέρων πολιτικών. Στην περίπτωση της σύγχρονης Ελλάδας τα ισχυρά αυτά συμφέροντα πρωτίστως προέρχονται από ξένες χώρες ή καλύτερα από ξένους ολιγάρχες που βρίσκονται υπεράνω των χωρών τους (όλοι γνωρίζουμε την Ζίμενς που αδιάντροπα συνεχίζει και λυμαίνεται τις προμήθειες του ελλαδικού κράτους, συναλλασσόμενη με όλο το φιλελεύθερο πολιτικό φάσμα).
Περιγράψαμε τους υποστηρικτές του πολιτεύματος που επικρατεί στην Ελλάδα. Από την μία μεριά είναι τα πολιτικά κόμματα ή αλλιώς κομματικές εταιρείες, στα οποία ήδη αναφερθήκαμε. Τα κόμματα διαγκωνίζονται στην υποστήριξη του καθεστώτος και ευλαβική τήρηση των φιλελεύθερων αρχών του, αλλά και πηγών της δυστυχίας του λαού μας προσθέτουμε. Από την άλλη μεριά είναι οι πλουτοκράτες – συνεργάτες των πολιτικάντηδων που απομυζούν τον εθνικό πλούτο με σίγουρα ανταλλάγματα τον πλούτο και ενίοτε και την δόξα. Ποιοί είναι όμως αυτοί που εχθρεύονται το καθεστώς και το κράτος που εξουσιάζει τον Ελληνικό λαό στα μεταπολιτευτικά χρόνια; Η απάντηση έχει δύο σκέλη και δίνεται από τους ίδιους τους πολιτικάντηδες: Ένθεν βρίσκονται οι «αντεξουσιαστές» – αριστεριστές και εκείθεν οι «ακροδεξιοί» – εθνικιστές.
Οι «αντεξουσιαστές» – αριστεριστές προέρχονται από την μήτρα του κομμουνισμού και κατά την γνώμη μου κακώς ονομάζονται διεθνιστές. Τους ταιριάζει ο χαρακτηρισμός ανθεθνιστές αφού αμφισβητούν και εναντιώνονται σε όλα τα έθνη, παρά προσπαθούν να ανοίξουν δίαυλους συνεργασίας μεταξύ των εθνών όπως ένας διεθνιστική ιδεολογία πραγματικά θα έπραττε. Οι περισσότεροι αριστεριστές δεν διστάζουν να δεχτούν για τον εαυτό τους τον χαρακτηρισμό αρνησιπάτριδες αφού εναντιώνονται στο σύνολο που προσδιορίζει ο όρος έθνος – πατρίδα. Η πολεμική αυτή εναντίον στο έθνος και στα ανθρωπιστικά σύνολα εν γένει εξηγείται αν παρατηρήσουμε πως οι άνθρωποι αυτοί βίωσαν μία αποτυχημένη εμπειρία στο οικογενειακό ή επαγγελματικό τους περιβάλλον. Ο διαχωρισμός τους σε ενεργό ή παθητικό αρνησιπάτρη – ανθεθνιστή έγκειται καθαρά στην ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του καθενός. Αποτέλεσμα της αποστροφής τους στην φυσική πραγματικότητα των εθνών, είναι η στυγνή άρνηση και αντίθεση στην κλασική ελληνική φιλοσοφία και τις φιλοσοφικές σχολές που αυτή ενέπνευσε στην Ευρώπη στο διάβα των αιώνων. Η άρνηση αυτή εκφράζεται με την υπεραπλούστευση και τον εθνομηδενισμό, αποκαλώντας δογματικά τον πατριωτισμό «φασισμό». Πλάθοντας έτσι τον φανταστικό φασιστικό «δράκο του φασισμού», οραματίζονται όλους τους τρόπους για να τον τσακίσουν, τσακίζοντας όμως μαζί του όλες της ηθικές αξίες που εκπορεύονται από την έννοια της πατρίδας, όπως η οικογένεια και η θρησκεία, η ηθική και η δικαιοσύνη, η ιστορική αλήθεια και η ανιδιοτελής προσφορά στον συνάνθρωπο χωρίς ανταλλάγματα. Ευαγγελίζονται την κατάργηση των συνόρων και την ανεξέλεγκτη εισροή ξένων στην φτωχή χώρα μας. Φαντάζονται ένα κράτος που θα δουλεύει με ασαφείς κανόνες και όραμα. Επιζητούν την κατάργηση του στρατού και την συμφιλίωση με τα γειτονικά εχθρικά κράτη χάρις στην «αδελφοσύνη» των γειτονικών λαών. Προϋπόθεση βέβαια είναι και όλες οι γειτονικές χώρες να υιοθετήσουν την ιδεολογία αυτή αλλιώς το σύστημα αυτό απλά δεν δουλεύει! Η αριστερή ιδεολογία επιμένει στην ιδεοληψία και στην εμμονή στον ανθεθνιστικό παραλογισμό, παρά στην ρεαλιστική αντιμετώπιση της σκληρής πραγματικότητας.
Αναλαμπή λογικής στην ιδεολογία των αριστεριστών και συγχρόνως δόλωμα προσηλυτισμού της νέας γενιάς, που δυστυχώς στην πλειονότητά της είναι ιστορικά απαίδευτη, υπάρχει: Είναι η στοχοποίηση του καπιταλισμού και του πλούτου, όμως γενικά και αόριστα. Στον απόμακρο αυτόν στόχο καταλήγουν εντελώς αδύναμα τα βέλη τους, καταλογίζοντας θολά και γενικά στο «κεφάλαιο» όλα τα οικονομικά δεινά του λαού, την δυστυχία των φτωχών συμπολιτών μας και την καταστροφή της φύσης. Η αναλαμπή αυτή δεν κρατά για πολύ αφού αμέσως παρεκκλίνουν της λογικής, ταυτίζοντας τον καπιταλισμό με το κράτος, το έθνος, την οικογένεια και τον θεό!
Οι εθνομηδενιστές – αριστεριστές εξορκίζουν τα έθνη και τα γεωγραφικά σύνορα μεταξύ τους, ως την αιτία των οικονομικών δεινών και των πολέμων διαχρονικά. Η αριστερή προπαγάνδα που αντικατέστησε την λογική τους, φθάνει στο σημείο να αποκαλεί την Ελληνική πατρίδα ιδεολόγημα του 1821. Η τρικυμία στο μυαλό τους εμποδίζει την μνήμη τους να ανατρέξει στο ένδοξο ιστορικό παρελθόν των Ελλήνων που βρίθει ηρωικών επών εδώ και χιλιετίες. Η κοσμογονία για την αριστερή διανόηση ξεκινά από την μπολσεβικική επανάσταση στην τσαρική Ρωσία από τους εβραίους το 1917!
Η ιδεολογία της αριστεράς ακυρώνει και ασχημονεί επάνω στην ιστορία, χωρίζει τον κόσμο σε οικονομικές τάξεις και όχι σε έθνη, ομαδοποιεί τους ανθρώπους όχι κατά γένος αλλά κατά μισθολογική κλίμακα! Θα αρκούμασταν μόνο στο κωμικό της κοσμοθεωρίας αυτής εάν παραβλέπαμε πως το ιδεολόγημα αυτό γεννήθηκε και στηρίζεται από τους κυρίαρχους του πλούτου παγκοσμίως , τους σιωνιστές εβραίους, καπιταλιστές και τραπεζίτες, που στο βωμό του κέρδους δεν δίστασαν να δημιουργήσουν οι ίδιοι το αντίπαλο δέος του καπιταλισμού, τον κομμουνισμό! Εμπνεύστηκαν και δημιούργησαν τους «εχθρούς του εαυτού τους», που στην πραγματικότητα είναι εντελώς ακίνδυνοι για τα σχέδιά του σιωνισμού και την ποθητή παγκοσμιοποίηση. Η οργάνωση και πρακτική του υπαρκτού κομμουνισμού έως σήμερα, δηλαδή η αλόγιστη συσσώρευση πλούτου σε ολίγους, εξαφάνιση της μεσαίας τάξης και φτωχοποίηση του λαού, συμπίπτει με την χειρότερη μορφή καπιταλισμού, το οικονομικό σύστημα δηλαδή που πολεμά υποτίθεται ο κομμουνισμός. Ακόμα και το ελλαδικό κομμουνιστικό κόμμα δρα με τις τακτικές του άκρατου καπιταλισμού, κάνοντας σκληρές business με τις επιχειρήσεις του. Εις αντάλλαγμα και ευγνωμοσύνη προς τους εβραίους πατριάρχες της, η αριστερή διανόηση τους αφήνει στο απυρόβλητο παραβλέποντας οποιαδήποτε αναφορά στον ρόλο των εβραίων τοκογλύφων στην παγκόσμια καταδυνάστευση των λαών. Οι εβραίοι σιωνιστές χαίρουν αμνηστίας και προστασίας από τα βέλη των αριστεριστών. Πουθενά δεν θα ακούσετε ή θα δείτε διαμαρτυρίες αριστερών – προοδευτικών για τον εθνικισμό του Ισραήλ ή την επιθετικότητα του εναντίον των γειτόνων του. Καμία νύξη για τις απρόκλητες πολεμικές ενέργειες των εβραίων στην μέση ανατολή ή τα εγκλήματα πολέμου εναντίον αμάχων. Οι εβραίοι είναι από «άλλο ανέκδοτο» για τους αριστερούς, είναι η ιερή αγελάδα που απαγορεύεται να ενοχλήσουν. Εύκολα έτσι εξηγείται αυτή η συνωμοσία σιωπής, αφού ο κομμουνισμός είναι δημιούργημα των ίδιων των εβραίων σιωνιστών.
Οι άλλοι εχθροί του πολιτεύματος σήμερα, οι «ακροδεξιοί» εθνικιστές συνήθως, πλην κακώς, συγχέονται με τον συντηρητισμό και το παρελθόν της δεξιάς παράταξης στην Ελλάδα. Οι εθνο-κοινωνιστές, αλλιώς, οραματίζονται ένα επαναστατικό – καινοτόμο καθεστώτος που θα μπορούσε να διοικήσει ιδανικά τον δημόσιο τομέα με ορθολογισμό και νοικοκυροσύνη, χωρίς φυσικά να διεκδικεί τα πρωτεία φιλελευθερισμού και ελευθεριότητας. Αποστολή του εθνο-κοινωνισμού είναι πρώτα να θεραπεύσει τον Ελληνικό λαό εμβολιάζοντάς τον με την εθνική επιμόρφωση, την εντιμότητα, την αλληλεγγύη και τον σεβασμό στους δίκαιους και διαφανείς νόμους της πολιτείας. Να δημιουργήσει ένα εύρυθμο κράτος που θα απορρέει από ένα ισχυρό έθνος, θα ενδιαφέρεται για την κοινωνική δικαιοσύνη μεταξύ των οικονομικών τάξεων και δεν θα λειτουργεί υποκριτικά μόνο προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου και του πλούτου των ολίγων. Θα νοιάζεται για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και θα εργάζεται έμπρακτα για την διατήρηση και εμπλουτισμό των δασών, την καθαριότητα των υδάτων, την προστασία της πανίδας στην Ελλάδα. Το εθνικό κράτος δεν θα έχει ανάγκη από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις (ΜΚΟ) για να κάνουν την δουλειά του, ούτε θα αφήνει κενά στα καθήκοντά του που θα καλύπτονται από μεγαλοεργολάβους και διαπλεκόμενες εταιρείες. Το εθνικό κράτος δεν θα άγεται από τα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα εκεί όπου κρίνονται θέματα ζωτικής σημασίας για την πατρίδα, όπως η ενέργεια, οι επικοινωνίες, οι μεταφορές και το περιβάλλον, η στρατιωτική οργάνωση και η παραγωγή όπλων και πυρομαχικών.
Για να συμβεί αυτό πρέπει να εμβολιαστεί ο πολίτης με το αίσθημα της ισονομίας και φιλοπατρίας σε όλες της βαθμίδες της κοινωνικής ζωής, από το σχολείο μέχρι το εργατικό συνδικάτο. Έτσι οι νόμοι του κράτους θα αποκτήσουν επιτέλους το απαραίτητο κύρος και θα εφαρμόζονται αδιαμαρτύρητα από τους πολίτες και όχι μόνο υπό την απειλή της τιμωρίας. Το εθνικό κράτος θα εμπνέει την αλληλεγγύη μεταξύ όλων των πολιτών, αδιαφορώντας για την κομματική ταυτότητα ή την πολιτική ιδεολογία του καθενός. Η σύμπνοια και ενότητα των πολιτών θα είναι δεδομένη αφού θα έχουν απαλλαγεί από την κατάρα του κομματισμού και την ταύτισή τους με τα αντικρουόμενα κομματικά συμφέροντα που θα κανονικά θα έπρεπε να μας αφήνουν ασυγκίνητους. Η «θεραπευτική αγωγή» αυτή σίγουρα χρειάζεται αρκετά χρόνια για να ολοκληρωθεί και ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει ανενόχλητα εντός των σφικτών ευρωπαϊκών οδηγιών και ρυθμίσεων με τις οποίες η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται. Το εθνικό κράτος θα πολεμήσει και κατά των ευρωπαϊκών νόμων που εναντιώνονται στο Ελληνικό έθνος. Κατόπιν το εθνικό κράτος θα οργανώσει αξιοκρατικά την στελέχωση των δημόσιων οργανισμών με τεχνοκράτες με όρεξη για προσφορά και όχι για πλουτισμό, με διάθεση για δουλειά και όχι για πολιτική σταδιοδρομία εν τέλει. Ο ελληνικός δημόσιος τομέας αξιοποιώντας τον ορυκτό πλούτο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας της πατρίδας μας, όφειλε και μπορεί να ήταν κερδοφόρος και να αμείβει όχι να αμείβεται από τους πολίτες με την αυξανόμενη φορολόγηση. Φυσικά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: οι Έλληνες ιδιώτες πολίτες φορολογούνται και πληρώνουν αφειδώς τους δημόσιους υπαλλήλους συμπολίτες τους. Πλήρης παραλογισμός δηλαδή που συμπτωματικά επιβεβαιώνει την χρήση της αρχαίας μας λέξης ιδιώτης στις ξένες γλώσσες σήμερα (idiot).
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η επιλογή ανάμεσα στους 2 εχθρούς του καθεστώτος, αριστεριστές ή εθνικιστές, οδηγεί πανηγυρικά στους δεύτερους. Οι εθνικιστές βάζουν πάνω απ’όλα το έθνος. Μόνο αυτοί είναι διατεθειμένοι να γκρεμίσουν το άρρωστο πολίτευμα και το τωρινό κράτος που γεννά αυτό το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας το οποίο μέρα με την μέρα πνίγει το ελληνικό έθνος. Μόνο αυτοί είναι ικανοί όχι μόνο να γκρεμίσουν το κράτος, όπως διατυμπανίζουν οι αριστεριστές, αλλά και να χτίσουν στην θέση του το ιδανικό κράτος, να χαλάσουν το αποτυχημένο αλλά και δημιουργήσουν το αγαθό. Να τα βάλουν με όλους τους εχθρούς της Ελλάδας και να διεκδικήσουν την δικαιοσύνη που στερούμαστε τόσες δεκαετίες. Να συμμαχήσουν με ισχυρά έθνη με ανταλλαγή ωφελημάτων, χωρίς όμως να τσαλαπατήσουν το εθνικό συμφέρον και τον ελληνικό λαό. Θέλουν να γκρεμίσουν, επειδή όμως επιθυμούν διακαώς να ξανακτίσουν, σε αντίθεση με τους αριστεριστές που αρκούνται στην ακύρωση του κράτους. Στην σύγχρονη Ελλάδα ταιριάζει απόλυτα η ρήση του Ίωνος Δραγούμη: «ζήτω το έθνος, κάτω το κράτος».
Με εκτίμηση
Νίκος Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου