Στην Ελλάδα, μπορεί να μην είχαμε ποτέ σπουδαία αναρχική ή αναρχοσυνδικαλιστική παράδοση (τουλάχιστον ανάλογη με αυτήν της Ιταλίας, Ισπανίας ή των χωρών της Λατινικής Αμερικής), αλλά έχουμε τον ηρωικό ΑΝΑΡΧΙΚΌ Κώστα Σπέρα που δολοφονήθηκε από το σταλινικό ΚΚΕ, (τον ΕΛΑΣ ή την ΟΠΛΑ ανάλογα με τα γούστα και τις διαθέσεις του καθενός).
στα χέρια των οποίων οι ιδέες αποκτούν μια φυσική στιλπνότητα, ελαστικότητα και αποτελεσματικότητα. Μπορούμε να πούμε πως αν διαθέταμε σήμερα μερικούς τέτοιους ανθρώπους, θα καταφέρναμε οπωσδήποτε να πιστέψουμε στη δύναμη της κοινωνικής παρέμβασης και να προστατεύσουμε αποτελεσματικότερα τη ζωή μας.
Ο Κωνσταντίνος Σπέρας, γεννήθηκε το 1893 στη Σέριφο και αποκεφαλίστηκε το 1943 από την εγκληματική οργάνωση (του ΚΚΕ) ΟΠΛΑ, υπήρξε πρωτεργάτης του ελληνικού συνδικαλισμού. Ιδρυτικό μέλος του Εργατικού Κέντρου Αθηνών, της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ, μέλος του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών, του Μορφωτικού Εργατικού Ομίλου Σύρου και του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος, πέρασε πολλά χρόνια στις φυλακές για τη συνδικαλιστική δράση του. Οι ανεξάρτητες ιδέες του και κυρίως η επιμονή του να διαχωρίζει το συνδικαλισμό από την κομματική πρακτική τον έφεραν σε σύγκρουση με το ΚΚΕ, το οποίο τελικά τον δολοφόνησε στο πλαίσιο των ετοιμασιών για τον Εμφύλιο.
Η αφήγηση της απεργίας του 1916 στη Σέριφο δεν είναι ένα απλό ιστορικό ντοκουμέντο. Είναι κείμενο αγωνιστικού ήθους και αγάπης για τον άνθρωπο. Από τις πρώτες σελίδες της γίνεται φανερή η κοινωνική νοοτροπία του αφηγητή. Είχε πάει στη Σέριφο για να οργανώσει το σωματείο των μεταλλωρύχων που εκμεταλλευόταν κάποιος αλλοδαπός τυχοδιώκτης επιχειρηματίας. Οι ντόπιοι μεταλλωρύχοι στερούνταν και τα στοιχειώδη εργατικά δικαιώματά τους. Σκοπός του Σπέρα ήταν η οργάνωση της διεκδικητικής δύναμής τους και περιορίστηκε στην επίτευξή του σκοπού αυτού. Δεν αντιμετώπισε τους δυστυχισμένους Σεριφιώτες σαν πολιτικά αξιοποιήσιμη μάζα. Για τον πρωτεργάτη συνδικαλιστή στόχος κάθε πρακτικής διεκδίκησης είναι η βελτίωση της ζωής των διεκδικητών. Τίποτε άλλο. Φυσικά, ο αναγνώστης μπορεί να καταλάβει πόσο ενοχλητικός θα απέβαινε αργότερα στο ΚΚΕ, το οποίο αντιμετώπιζε τους συνδικαλιστικούς φορείς σαν «μετωπικές οργανώσεις», βάζοντας σε δεύτερη και τρίτη μοίρα τη ζωή και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων. Η προσπάθεια του Σπέρα να εκπαιδεύσει τους Σεριφιώτες στη δημοκρατική και αποτελεσματική διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους υπήρξε επιτυχής, παρ' όλο που ο ίδιος δεν έκρυψε ποτέ τις αναρχικές ιδέες του. Ομως για έναν άνθρωπο με σπάνια εντιμότητα, όπως αυτός, προείχε η βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Βέβαια, τόσο η εργοδοσία όσο και η κυβέρνηση αντέδρασαν με βία. Εστειλαν χωροφύλακες οπλισμένους και η απεργία μεταβλήθηκε σε πόλεμο. Ωστόσο, ο Σπέρας δεν αντιμετώπισε τα γεγονότα εξακοντίζοντας ρητορικά σχήματα περί εξουσίας και εκμετάλλευσης. Στο κείμενό του φαίνεται να αξιολογεί κάθε πρωταγωνιστή με ακριβοδίκαιο τρόπο. Αυτό σημαίνει πως σαν επαναστάτης έβαζε πάνω απ' όλα τους ανθρώπους και πως τους αντιλαμβανόταν σαν αυτόνομες προσωπικότητες. Φτάνοντας στη Σέριφο, κατάλαβε αμέσως το ρόλο που έπαιζε καθένας. Κατάλαβε πως ο επικεφαλής των χωροφυλάκων δεν ήταν ένα «όργανο της στυγερής εξουσίας», αλλά ένας ποταπός άνθρωπος που προσπαθούσε να ασκήσει εξουσία με τα πέντε κολλυβογράμματα που ήξερε και το στενό μυαλό του. «Ο Χρυσάνθου ούτος», γράφει, «άνθρωπος νευρασθενικός, βίαιος, όπως οι περισσότεροι του επαγγέλματός του, καυχησιολόγος, από την στιγμήν που επάτησε τον πόδα του επί της νήσου, εξεδήλωσε μεγαλοφώνως τα αιμοχαρή ένστικτά του, ηρώτα δε μεγαλοφώνως τους χωροφύλακας, εάν εγνώριζαν πυρά ομαδόν...». Κατάλαβε πως τα στελέχη της εργοδοσίας είχαν πεισθεί πως περισώζουν το εισόδημά τους υπερασπίζοντας τα αφεντικά και πως οι χωροφύλακες ήταν από την αρχή στριμωγμένοι ανάμεσα στο φόβο του επικεφαλής τους και στο φόβο των εργατών. Κατάλαβε και μοίρασε τις ευθύνες δίκαια, χωρίς υπερβολές, σταματώντας, δυστυχώς όχι νωρίς, την αιματοχυσία. «Είναι αδύνατον να περιγράψω επακριβώς το τραγικόν εκείνο θέαμα...», αφηγείται. «Αι άγριαι φυσιογνωμίαι των εργατών εγένοντο ακόμη αγριότεραι με τα αίματα και την ώχραν του μεταλλείου. Εστάθην εις την άκραν της πλατείας έμπροσθεν του μεγάρου και ήρχισα να φωνάζω: "Παιδιά για όνομα του Θεού παύσατε πλέον τους σκοτωμούς". Αλλά ποιος ημπορούσε να με ακούσει; Πολλάκις επανέλαβα την κραυγήν αυτήν αλλά ματαίως... Εις εκ των απεργών ύψωσε το όπλον του διά να με κτυπήσει... Αλλος ψυχραιμότερος τον εκράτησε...». Και κάπου αλλού σημειώνει: «Υπάρχουν στιγμαί κατά τας οποίας ο άνθρωπος εις βρασμόν ψυχικής ορμής ευρισκόμενος, κατ' επιστημονικήν παρατήρησην, υπερβαίνει και τας τίγρεις εις την θηριωδίαν. Ο άνθρωπος αυτός είναι ανεύθυνος διά τας πράξεις του...». Το πόσο προσηλωμένος στην ιδέα του ανθρώπου ήταν φαίνεται από το γεγονός πως, στην προσπάθειά του να υπερασπίσει τη ζωή όλων, ύψωσε τη γαλλική σημαία στο νησί.
Το μικρό κείμενο του Κωνσταντίνου Σπέρα ξεχειλίζει από αγάπη για την ελευθερία και τον άνθρωπο, αποτελώντας ντοκουμέντο μιας αγωνιστικής παράδοσης που από πολύ καιρό βρίσκεται θαμμένη στο σκοτάδι καθεστωτικών πολιτικών και επαγγελματικών στελεχών.
Η αλήθεια είναι πως ακόμη και μέσα σε μια κατάσταση σαν τη σημερινή η δύναμη κάποιων κειμένων μπορεί να αστράφτει στην κυριολεξία. Ας προσέξει ο αναγνώστης: «Εις σε κύριε Γραμματικέ», γράφει ο Σπέρας σε επιστολή του από τις φυλακές της Σύρου, «διαβλέπω τον πραγματικόν και ειλικρινήν φίλον διότι δεν εδιστάσατε και τας πολιτικάς πεποιθήσεις σας να θυσιάσετε χάριν των συμπολιτών σας». Μόνο στον περίφημο Επιτάφιο του Περικλή θα μπορούσε να ανήκει μια τέτοια νοοτροπία και μια τέτοια λιτότητα έκφρασης!
Στην Ελλάδα, μπορεί να μην είχαμε ποτέ σπουδαία αναρχική ή αναρχοσυνδικαλιστική παράδοση (τουλάχιστον ανάλογη με αυτήν της Ιταλίας, Ισπανίας ή των χωρών της Λατινικής Αμερικής), αλλά έχουμε τον ηρωικό Κώστα Σπέρα που δολοφονήθηκε από το σταλινικό ΚΚΕ, (τον ΕΛΑΣ ή την ΟΠΛΑ ανάλογα με τα γούστα και τις διαθέσεις του καθενός).
Τα χρόνια που ακολούθησαν το Β’ Συνέδριο της ΓΣΕΕ, είναι πού δύσκολα για την εργατική τάξη στη χώρα μας. Διωγμοί από την αντιβενιζελική παράταξη, μικρασιατική καταστροφή, προσφυγιά, εξαθλίωση απόλυτη και σχετική των λαϊκών μαζών. Η παλιά ηγεσία του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, σιγά σιγά, χάνεται από το προσκήνιο, ενώ νέες πολιτικές δυνάμεις εκφράζοντας νέες πιο ριζοσπαστικές θέσεις παίρνουν την θέση της στο Κόμμα.
Ο Κώστας Σπέρας, έξω πια από το ΣΕΚΕ, αλλά μέσα στη ΓΣΕΕ, οδηγείται στην ίδρυση ενός νέου αριστερού κόμματος, με τίτλο Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα (ΑΕΚ). Δημοσιογραφικά, εκδίδει την εφημερίδα; «Νέα Ζωή». Οι θέσεις του γίνονται ολοένα και πιο συντηρητικές, παρά την επιμένουσα υπεραριστερή φρασεολογία. Η βασική αρχή του Σπέρα, αρχή η οποία όπως φαίνεται ακουγόταν όμορφα από την (οργανωμένη πια) εργοδοσία, ήταν ότι η εργατική τάξη οφείλει να κάνει επαγγελματικό και μόνο αγώνα.
Το ΚΚΕ και ο Ριζοσπάστης, σε όλη αυτήν την αναταραχή. δεν σταματά να κατηγορεί το Σπέρα ότι είναι «χαφιέδικο» υποκείμενο, «πράκτορας» του Στρατού και της Αστυνομίας κλπ. Ας μην βιαστεί να μιλήσει κανείς για «σταλινικό» ΚΚΕ, μιας που βρισκόμαστε ακόμα στο 1925 και στην ηγεσία του Κόμματος βρίσκονται οι εκπρόσωποι του παλαιοπολεμικού κινήματος, οι περισσότεροι από τους οποίους θα περάσουν αργότερα στην Αριστερή Αντιπολίτευση και στον τροτσκισμό.
ΚΛΙΚ ΓΙΑ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ |
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου