Τρόμος ότι ο νόμος Ρουπακιώτη θα «εκτοξεύσει» τη Χρυσή Αυγή
Η ποινική δικαιοσύνη αποτελεί την ειδική μορφή επιβολής της ταξικής καταστολής στον καπιταλισμό. Ο Υπουργός δικαιοσύνης με αριστερή παιδεία το γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα και επιχειρεί να βάλει «φωτιά» με ένα νομοσχέδιο που δήθεν θέλει να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα του ρατσισμού και προχωράει ουσιαστικά στην κατάργηση της ελευθερίας της έκφρασης.
Ο Καρλ Μαρξ σε ένα από τα θεμελιώδη πολιτικά συγγράμματά του- 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη-περιγράφει τη σχετικότητα της αστικής νομιμότητας κατ’ αρχάς αναφορικά με τα πολιτικά δικαιώματα:
«Γιατί το κάθε άρθρο του συντάγματος περιέχει την ίδια του την αντίθεση, τη δική του άνω και κάτω βουλή, δηλαδή στη γενική φράση την ελευθερία και στη σημείωση του περιθωρίου την κατάργηση της ελευθερίας».
Η επισήμανση της αντιφατικότητας του συγκεκριμένου νομοσχεδίου αφορά γενικότερα τον τρόπο προσδιορισμού του αδικήματος και απονομής της δικαιοσύνης, άρα και το ζήτημα του «πολιτικού» εγκλήματος που συζητάμε εδώ.
Πόσο συνεπής είναι λοιπόν η έννομη τάξη της σημερινής ελληνικής αστικής δημοκρατίας, όσον αφορά την τήρηση της αρχής περί ανεπάρκειας του υποκειμενικού στοιχείου για τον χαρακτηρισμό και τις συνέπειες των αδικημάτων;
Τα κριτήρια με τα οποία ο νομοθέτης αναβαθμίζει την ποινική απαξία και αντιμετώπιση των εγκλημάτων που αναφέρει είναι αόριστα και υποκειμενικά και συνεπώς υποκείμενα στην αυθαίρετη κρίση του εκάστοτε αρμοδίου της εξουσίας:
Έτσι, τιμωρείται πλέον με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων ευρώ όποιος με πρόθεση, δημόσια παροτρύνει προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Με ποιο τρόπο προσδιορίζεται η «διέγερση» και πως διαχωρίζεται η κρίση, η άποψη από την πράξη;
Φωτογραφίζει τη Χρυσή Αυγή
Σε περίπτωση που ο δράστης ρατσιστικών φαινομένων είναι πολιτικό πρόσωπο (π.χ. βουλευτής), αυτό θα έχει ως συνέπεια την άρση ασυλίας, τη δίωξη και σε περίπτωση καταδίκης, τη στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων με συνέπεια την έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα. Σε περίπτωση, μάλιστα που διαπιστώνεται παρακίνηση σε βιαιοπραγίες από αρχηγό πολιτικού κόμματος, ή και από το ίδιο το κόμμα, τότε με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης θα επιβάλλεται πρόστιμο από 15.000 έως 200.000 ευρώ, καθώς και ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας του κόμματος έως έξι μήνες, όπως και αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, ενισχύσεις και επιδοτήσεις.
Η διάταξη αυτή αφορά κυρίως τη Χρυσή Αυγή και με συγκεκριμένες διατάξεις δεν αποκλείεται να υπάρξει στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων Χρυσαυγιτών ή ακόμα και αναστολή λειτουργίας του κόμματος.
Ο κ. Ρουπακιώτης δείχνει να μην κατανοεί ότι τα φαινόμενα αυτά αλλά και η άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν έχουν ρατσιστικές ρίζες αλλά κοινωνικές και οικονομικές, όπως τη χρεοκοπία της μεσαίας τάξης, την ανεργία και την εξαθλίωση των φτωχότερων κοινωνικών ομάδων. Αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να ανακοπεί νομοθετικά και ποινικά, ακόμα και να στερήσει τα πολιτικά δικαιώματα του Κασιδιάρη, θα βρεθεί άλλος Κασιδιάρης και αν ακόμα απαγορεύσει τη λειτουργία της Χρυσής Αυγής θα γεννηθεί άλλο κόμμα.
Εκτός και αν ο πραγματικός στόχος είναι να δημιουργήσει πραγματικά ρατσιστικά κόμματα στην Ελλάδα και οργανώσεις Κου Κλουξ Κλαν που θα φυτρώσουν από τον «σπόρο» της απαγόρευσης.
Βέβαια ο κ. Ρουπακιώτης μπορεί να κάνει ήρωες «αντίστασης» τους Χρυσαυγίτες και μάρτυρες της απαξιωμένης κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας...με το νομοσχέδιο που ποινικοποιεί τη δημόσια έκφραση γνώμης, αρκεί αυτή να χαρακτηριστεί ως διάπραξη κάποιου ρατσιστικού αδικήματος.
Τα αδικήματα αυτά συμπληρώνουν το θεσμικό έκτρωμα της τρομονομοθεσίας που απλώνεται τα τελευταία χρόνια σε ολόκληρο τον κόσμο. Με την εισαγωγή και στην ελληνική νομοθεσία των νέων αδικημάτων, ουδείς μπορεί πλέον να εγγυηθεί ότι σ' αυτά δεν θα συμπεριληφθούν ως ποινικά κολάσιμες, απόψεις, ιδέες και ανοικτές κοινωνικές δράσεις ατόμων, συλλογικών φορέων και πολιτικών οργανώσεων, τους οποίους οι μηχανισμοί καταστολής αυθαιρέτως θα χαρακτηρίσουν «επικίνδυνους» ότι διεγείρουν σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Επίσης θα πρέπει να απαγορευτούν τα εμβατήρια, ίσως και η εκπαίδευση του ελληνικού στρατού γιατί μπορεί να κριθεί ότι οδηγούν σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Όπως επισημαίνουν ωστόσο νομικοί, η διατύπωση αυτή είναι τόσο αόριστη και γενική, που ανοίγει παράθυρο για τη δίωξη και όσων εκφράζουν απόψεις ή ασκούν έντονη κριτική σε μια κρατική πολιτική, όπως αυτή σε σχέση με την μεταναστευτικό ή την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων αρκεί να αιωρείται κάποιος αόρατος ρατσιστικός κίνδυνος!
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον ελληνικό ποινικό νόμο υπάρχουν άρθρα που τιμωρούν τη δημόσια διέγερση σε τέλεση αδικημάτων (κακουργημάτων και πλημμελημάτων). Επομένως αρκεί να εφαρμοστεί με αυστηρότητα ο νόμος.
Πώς θα προστατευτούν πολίτες και δημοσιογράφοι από το ενδεχόμενο καταγγελιών με την επίκληση του συγκεκριμένου νόμου αλλά που θα εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες.
Θα έχουμε επανάληψη του νόμου 4000 «περί τεντιμποϊσμού» αλλά στην εκδοχή «περί ρατσισμού»…
ΕΘΝΙΚΙΣΤΕΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ
Η ποινική δικαιοσύνη αποτελεί την ειδική μορφή επιβολής της ταξικής καταστολής στον καπιταλισμό. Ο Υπουργός δικαιοσύνης με αριστερή παιδεία το γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα και επιχειρεί να βάλει «φωτιά» με ένα νομοσχέδιο που δήθεν θέλει να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα του ρατσισμού και προχωράει ουσιαστικά στην κατάργηση της ελευθερίας της έκφρασης.
Ο Καρλ Μαρξ σε ένα από τα θεμελιώδη πολιτικά συγγράμματά του- 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη-περιγράφει τη σχετικότητα της αστικής νομιμότητας κατ’ αρχάς αναφορικά με τα πολιτικά δικαιώματα:
«Γιατί το κάθε άρθρο του συντάγματος περιέχει την ίδια του την αντίθεση, τη δική του άνω και κάτω βουλή, δηλαδή στη γενική φράση την ελευθερία και στη σημείωση του περιθωρίου την κατάργηση της ελευθερίας».
Η επισήμανση της αντιφατικότητας του συγκεκριμένου νομοσχεδίου αφορά γενικότερα τον τρόπο προσδιορισμού του αδικήματος και απονομής της δικαιοσύνης, άρα και το ζήτημα του «πολιτικού» εγκλήματος που συζητάμε εδώ.
Πόσο συνεπής είναι λοιπόν η έννομη τάξη της σημερινής ελληνικής αστικής δημοκρατίας, όσον αφορά την τήρηση της αρχής περί ανεπάρκειας του υποκειμενικού στοιχείου για τον χαρακτηρισμό και τις συνέπειες των αδικημάτων;
Τα κριτήρια με τα οποία ο νομοθέτης αναβαθμίζει την ποινική απαξία και αντιμετώπιση των εγκλημάτων που αναφέρει είναι αόριστα και υποκειμενικά και συνεπώς υποκείμενα στην αυθαίρετη κρίση του εκάστοτε αρμοδίου της εξουσίας:
Έτσι, τιμωρείται πλέον με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων ευρώ όποιος με πρόθεση, δημόσια παροτρύνει προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Με ποιο τρόπο προσδιορίζεται η «διέγερση» και πως διαχωρίζεται η κρίση, η άποψη από την πράξη;
Φωτογραφίζει τη Χρυσή Αυγή
Σε περίπτωση που ο δράστης ρατσιστικών φαινομένων είναι πολιτικό πρόσωπο (π.χ. βουλευτής), αυτό θα έχει ως συνέπεια την άρση ασυλίας, τη δίωξη και σε περίπτωση καταδίκης, τη στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων με συνέπεια την έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα. Σε περίπτωση, μάλιστα που διαπιστώνεται παρακίνηση σε βιαιοπραγίες από αρχηγό πολιτικού κόμματος, ή και από το ίδιο το κόμμα, τότε με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης θα επιβάλλεται πρόστιμο από 15.000 έως 200.000 ευρώ, καθώς και ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας του κόμματος έως έξι μήνες, όπως και αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, ενισχύσεις και επιδοτήσεις.
Η διάταξη αυτή αφορά κυρίως τη Χρυσή Αυγή και με συγκεκριμένες διατάξεις δεν αποκλείεται να υπάρξει στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων Χρυσαυγιτών ή ακόμα και αναστολή λειτουργίας του κόμματος.
Ο κ. Ρουπακιώτης δείχνει να μην κατανοεί ότι τα φαινόμενα αυτά αλλά και η άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν έχουν ρατσιστικές ρίζες αλλά κοινωνικές και οικονομικές, όπως τη χρεοκοπία της μεσαίας τάξης, την ανεργία και την εξαθλίωση των φτωχότερων κοινωνικών ομάδων. Αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να ανακοπεί νομοθετικά και ποινικά, ακόμα και να στερήσει τα πολιτικά δικαιώματα του Κασιδιάρη, θα βρεθεί άλλος Κασιδιάρης και αν ακόμα απαγορεύσει τη λειτουργία της Χρυσής Αυγής θα γεννηθεί άλλο κόμμα.
Εκτός και αν ο πραγματικός στόχος είναι να δημιουργήσει πραγματικά ρατσιστικά κόμματα στην Ελλάδα και οργανώσεις Κου Κλουξ Κλαν που θα φυτρώσουν από τον «σπόρο» της απαγόρευσης.
Βέβαια ο κ. Ρουπακιώτης μπορεί να κάνει ήρωες «αντίστασης» τους Χρυσαυγίτες και μάρτυρες της απαξιωμένης κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας...με το νομοσχέδιο που ποινικοποιεί τη δημόσια έκφραση γνώμης, αρκεί αυτή να χαρακτηριστεί ως διάπραξη κάποιου ρατσιστικού αδικήματος.
Τα αδικήματα αυτά συμπληρώνουν το θεσμικό έκτρωμα της τρομονομοθεσίας που απλώνεται τα τελευταία χρόνια σε ολόκληρο τον κόσμο. Με την εισαγωγή και στην ελληνική νομοθεσία των νέων αδικημάτων, ουδείς μπορεί πλέον να εγγυηθεί ότι σ' αυτά δεν θα συμπεριληφθούν ως ποινικά κολάσιμες, απόψεις, ιδέες και ανοικτές κοινωνικές δράσεις ατόμων, συλλογικών φορέων και πολιτικών οργανώσεων, τους οποίους οι μηχανισμοί καταστολής αυθαιρέτως θα χαρακτηρίσουν «επικίνδυνους» ότι διεγείρουν σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Επίσης θα πρέπει να απαγορευτούν τα εμβατήρια, ίσως και η εκπαίδευση του ελληνικού στρατού γιατί μπορεί να κριθεί ότι οδηγούν σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το γενετήσιο προσανατολισμό, ή την ταυτότητα φύλου.
Όπως επισημαίνουν ωστόσο νομικοί, η διατύπωση αυτή είναι τόσο αόριστη και γενική, που ανοίγει παράθυρο για τη δίωξη και όσων εκφράζουν απόψεις ή ασκούν έντονη κριτική σε μια κρατική πολιτική, όπως αυτή σε σχέση με την μεταναστευτικό ή την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων αρκεί να αιωρείται κάποιος αόρατος ρατσιστικός κίνδυνος!
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον ελληνικό ποινικό νόμο υπάρχουν άρθρα που τιμωρούν τη δημόσια διέγερση σε τέλεση αδικημάτων (κακουργημάτων και πλημμελημάτων). Επομένως αρκεί να εφαρμοστεί με αυστηρότητα ο νόμος.
Πώς θα προστατευτούν πολίτες και δημοσιογράφοι από το ενδεχόμενο καταγγελιών με την επίκληση του συγκεκριμένου νόμου αλλά που θα εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες.
Θα έχουμε επανάληψη του νόμου 4000 «περί τεντιμποϊσμού» αλλά στην εκδοχή «περί ρατσισμού»…
ΕΘΝΙΚΙΣΤΕΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου